προσαπτέον: Difference between revisions
From LSJ
Τὸ νικᾶν αὐτὸν αὑτὸν πασῶν νικῶν πρώτη τε καὶ ἀρίστη. Τὸ δὲ ἡττᾶσθαι αὐτὸν ὑφ' ἑαυτοῦ πάντων αἴσχιστόν τε ἅμα καὶ κάκιστον. → Τo conquer yourself is the first and best victory of all, while to be conquered by yourself is of all the most shameful as well as evil
(10) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(7 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=prosapteon | |Transliteration C=prosapteon | ||
|Beta Code=prosapte/on | |Beta Code=prosapte/on | ||
|Definition= | |Definition=<span class="bld">A</span> [[one must apply]] or [[attach]], εἰκόνα τισί [[Plato|Pl.]]''[[Republic|R.]]'' 517b; τοῖς τέκνοις ἔγκλημα Porph.''Chr.''71.<br><span class="bld">2</span> [[one must attribute]], τινί τι Plb. 2.60.2. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''προσαπτέον''': ῥημ. ἐπίθ. τοῦ [[προσάπτω]], δεῖ προσάπτειν, τινί τι Πλάτ. Πόλ. 517Α. 2) πρέπει τις νὰ ἀποδώσῃ, Ἀράτω οὐ [[προσαπτέον]] παρανομίαν Πολύβ. 2. 60, 2. | |||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''προσαπτέον:''' ρημ. επίθ., αυτό που πρέπει [[κάποιος]] να εφαρμόσει, <i>τινί τι</i>, σε Πλάτ. | |||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=προσαπτέον, adj. verb. van προσάπτω, (het) moet worden toegepast. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 10:49, 25 August 2023
English (LSJ)
A one must apply or attach, εἰκόνα τισί Pl.R. 517b; τοῖς τέκνοις ἔγκλημα Porph.Chr.71.
2 one must attribute, τινί τι Plb. 2.60.2.
Greek (Liddell-Scott)
προσαπτέον: ῥημ. ἐπίθ. τοῦ προσάπτω, δεῖ προσάπτειν, τινί τι Πλάτ. Πόλ. 517Α. 2) πρέπει τις νὰ ἀποδώσῃ, Ἀράτω οὐ προσαπτέον παρανομίαν Πολύβ. 2. 60, 2.
Greek Monotonic
προσαπτέον: ρημ. επίθ., αυτό που πρέπει κάποιος να εφαρμόσει, τινί τι, σε Πλάτ.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
προσαπτέον, adj. verb. van προσάπτω, (het) moet worden toegepast.