ἀπρασία: Difference between revisions

From LSJ

γελᾷ δ' ὁ μωρός, κἄν τι μὴ γέλοιον ᾖ → the fool laughs even when there's nothing to laugh at

Source
(6)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀπρασία]], η (Α)<br />[[έλλειψη]] αγοραστών.
|mltxt=[[ἀπρασία]], η (Α)<br />[[έλλειψη]] αγοραστών.
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀπρᾱσία:''' ἡ, [[έλλειψη]] αγοραστών, το να μη γίνεται [[ούτε]] μια [[πώληση]], σε Δημ.
}}
}}

Revision as of 21:44, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπρᾱσία Medium diacritics: ἀπρασία Low diacritics: απρασία Capitals: ΑΠΡΑΣΙΑ
Transliteration A: aprasía Transliteration B: aprasia Transliteration C: aprasia Beta Code: a)prasi/a

English (LSJ)

ἡ,

   A want of purchasers, no sale, Eup.62, D.27.21, 34.8.

German (Pape)

[Seite 338] ἡ, das Nichtverkaufen, Mangel an Absatz, φορτίων Dem. 34, 8; vgl. 27, 21; Eupol. B. A. 83.

Greek (Liddell-Scott)

ἀπρᾱσία: ἡ, ἔλλειψις ἀγοραστῶν, οὐδεμία πώλησις, τὸ Τουρκιστὶ λεγόμενον «κεσάτ(ι)», Εὔπολ. ἐν «Αὐτολύκῳ» 26, Δημ. 820. 2., 909. 24.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
défaut de vente, manque d’acheteurs.
Étymologie: ἄπρατος.

Spanish (DGE)

(ἀπρᾱσία) -ας, ἡ
falta de compradores sin cont., Eup.70, τῶν δ' ἔργων ἀπρασίαν falta de venta de productos manufacturados D.27.21, τῶν φορτίων D.34.22, cf. PIand.100.9 (IV d.C.) cj. en BL 3.87 (pero cf. ἀπραγία).

Greek Monolingual

ἀπρασία, η (Α)
έλλειψη αγοραστών.

Greek Monotonic

ἀπρᾱσία: ἡ, έλλειψη αγοραστών, το να μη γίνεται ούτε μια πώληση, σε Δημ.