ἐπέξοδος: Difference between revisions

From LSJ

ὅτι χρὴ τοῦ μέλιτος ἄκρῳ δακτύλῳ, ἀλλὰ μὴ κοίλῃ χειρὶ γεύεσθαι → that honey should be tasted with the fingertip and not by the handful

Source
(13)
(4)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐπέξοδος]], η (Α) [[έξοδος]]<br /><b>1.</b> [[έξοδος]] ή [[πορεία]] [[εναντίον]] του εχθρού<br /><b>2.</b> [[τιμωρία]].
|mltxt=[[ἐπέξοδος]], η (Α) [[έξοδος]]<br /><b>1.</b> [[έξοδος]] ή [[πορεία]] [[εναντίον]] του εχθρού<br /><b>2.</b> [[τιμωρία]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἐπέξοδος:''' ἡ, [[έξοδος]], [[πορεία]] [[εναντίον]] του εχθρού, σε Θουκ.
}}
}}

Revision as of 22:48, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπέξοδος Medium diacritics: ἐπέξοδος Low diacritics: επέξοδος Capitals: ΕΠΕΞΟΔΟΣ
Transliteration A: epéxodos Transliteration B: epexodos Transliteration C: epeksodos Beta Code: e)pe/codos

English (LSJ)

ἡ,

   A march out against an enemy, ἐ. ποιήσασθαι πρός τινα Th.5.8; sortie, Aen. Tact. 23.1 (pl.), D.C.39.4.    II attack for the purpose of revenge, Nic. Dam.130.17 J., Ph.2.314; for punishment, Id.1.283.

German (Pape)

[Seite 916] ἡ, das Ausrücken gegen den Feind, Thuc. 5, 8 u. Sp., wie D. Cass. 39, 4.

Greek (Liddell-Scott)

ἐπέξοδος: ἡ, ἔξοδοςπορεία ἐναντίον ἐχθροῦ, πρός τινα Θουκ. 5. 8. ΙΙ. ἐκδίκησις, τιμωρία, Φίλων 2. 314.

French (Bailly abrégé)

ου (ἡ) :
action de marcher à l’ennemi.
Étymologie: ἐπί, ἔξοδος.

Greek Monolingual

ἐπέξοδος, η (Α) έξοδος
1. έξοδος ή πορεία εναντίον του εχθρού
2. τιμωρία.

Greek Monotonic

ἐπέξοδος: ἡ, έξοδος, πορεία εναντίον του εχθρού, σε Θουκ.