κυνισμός: Difference between revisions
οὐ γὰρ γίνονται ἐκπλήξιες τῆς γνώμης οὔτε μετάστασις ἰσχυρὴ τοῦ σώματος → therefore, they experience no mental anxiety and no physical shocks
m (Text replacement - "<b class="b2">Bis Acc</b>" to "Bis Acc") |
m (Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ.") |
||
Line 11: | Line 11: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κῠνισμός''': ὁ, τὸ φιλοσοφικὸν [[σύστημα]], ὁ [[τρόπος]] καὶ ὁ [[βίος]] τῶν κυνικῶν φιλοσόφων, Διογ. Λ. 6. 2, Λουκ. Δὶς Κατηγ. 33, | |lstext='''κῠνισμός''': ὁ, τὸ φιλοσοφικὸν [[σύστημα]], ὁ [[τρόπος]] καὶ ὁ [[βίος]] τῶν κυνικῶν φιλοσόφων, Διογ. Λ. 6. 2, Λουκ. Δὶς Κατηγ. 33, Πολυδ. Ε΄, 65. | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly |
Revision as of 20:30, 7 July 2020
English (LSJ)
ὁ,
A Cynical philosophy or Cynical conduct, Apollod.Stoic. 3.261, Luc.Bis Acc.33, Poll.5.65, Jul.Or.6.182c.
Greek (Liddell-Scott)
κῠνισμός: ὁ, τὸ φιλοσοφικὸν σύστημα, ὁ τρόπος καὶ ὁ βίος τῶν κυνικῶν φιλοσόφων, Διογ. Λ. 6. 2, Λουκ. Δὶς Κατηγ. 33, Πολυδ. Ε΄, 65.
French (Bailly abrégé)
οῦ (ὁ) :
philosophie des Cyniques.
Étymologie: κυνίζω.
Greek Monolingual
ο (Α κυνισμός) κυνίζω
το φιλοσοφικό σύστημα, η συμπεριφορά και, γενικά, η ζωή τών κυνικών φιλοσόφων («συγκαθεῑρξε τὸ σκῶμμα καὶ τὸν κυνισμὸν καὶ τὸν Ἀριστοφάνη», Λουκιαν.)
νεοελλ.
η τάση για περιφρόνηση τών συμβατικών κανόνων συμπεριφοράς αλλά και της ίδιας της ηθικής.
Greek Monotonic
κῠνισμός: το φιλοσοφικό σύστημα, ο τρόπος και η ζωή των Κυνικών φιλοσόφων, σε Λουκ.
Russian (Dvoretsky)
κῠνισμός: ὁ кинизм, образ мыслей и действий киников Luc., Diog. L.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
κυνισμός -οῦ, ὁ [κυνίζω] Cynisme ( filos. stroming).
Middle Liddell
κῠνισμός, οῦ, ὁ,
Cynical philosophy or conduct, Luc.