παιδοποιία: Difference between revisions
From LSJ
Ὁ κόσμος σκηνή, ὁ βίος πάροδος· ἦλθες, εἶδες, ἀπῆλθες → The world is a stage, life is your entrance: you came, you saw, you departed (Democritus fr. 115 D-K)
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1") |
(CSV import) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=[[παιδοποιία]], ἡ,<br />[[procreation]] of children, Plat. [from [[παιδοποιός]] | |mdlsjtxt=[[παιδοποιία]], ἡ,<br />[[procreation]] of children, Plat. [from [[παιδοποιός]] | ||
}} | |||
{{WoodhouseReversedUncategorized | |||
|woodrun=[[procreation]] | |||
}} | }} |
Revision as of 14:25, 4 July 2020
English (LSJ)
ἡ,
A procreation of children, Pl. R.423e, Ocell.4.4, Porph.Marc.1, etc.: in pl., Pl.Smp.192b. II adoption, νομοθέτης ἐγένετο Φιλόλαος περὶ τῆς π. Arist.Pol. 1274b3, cf. Ptol.Tetr.174.
Greek (Liddell-Scott)
παιδοποιία: ἡ, τὸ παιδοποιεῖν, Πλάτ. Πολ. 423Ε, κ. ἀλλ.· ἐν τῷ πληθ., αὐτόθι 459Α, Συμπ. 192Α· - οἱ παλαιοὶ νομοθέται ἐπειράθησαν νὰ ὁρίσωσι νόμους περὶ τῆς παιδοποιίας, Ἀριστ. Πολιτ. 2. 12, 10.
Greek Monolingual
η (ΑΜ παιδοποιία) παιδοποιός
η απόκτηση παιδιών, η τεκνοποιία
αρχ.
υιοθεσία.
Greek Monotonic
παιδοποιία: ἡ, τεκνοποίηση, σε Πλάτ.
Middle Liddell
παιδοποιία, ἡ,
procreation of children, Plat. [from παιδοποιός