κατένωπα: Difference between revisions
Περὶ τῶν Ἱπποκράτους καὶ Πλάτωνος δογμάτων → On the Doctrines of Hippocrates and Plato
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ") |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κατένωπα''': ἢ [[κάλλιον]] κατενῶπα, Λοβεκ. Παραλ. 169· Ἐπίρρ. ([[ἐνωπή]])·- κατ’ εὐθεῖαν ἀπέναντί τινος, κατὰ [[πρόσωπον]], | |lstext='''κατένωπα''': ἢ [[κάλλιον]] κατενῶπα, Λοβεκ. Παραλ. 169· Ἐπίρρ. ([[ἐνωπή]])·- κατ’ εὐθεῖαν ἀπέναντί τινος, κατὰ [[πρόσωπον]], μετὰ γεν., κατ. ἰδὼν Δαναῶν Ἰλ. Ο. 320· οὕτω, κατενώπιον τοῦ Θεοῦ, διάφ. γραφ. ἐν Β΄ Ἐπιστ. π. Κορ. ιβ΄, 19.- Ὁ Ὅμηρ. ἔχει [[ὡσαύτως]] ἐνωπῇ, [[ἐνωπαδίως]]. | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly |
Revision as of 11:46, 20 April 2021
English (LSJ)
(cf. Hdn. Gr.2.94, κατενῶπα or κατ' ἐνῶπα Aristarch. ap.Hdn.Gr.l.c.), A over against, right opposite, c.gen., Il.15.320, Orph. L.132, 464: c.acc., Puchstein Epigr.Gr.p.76 (Memphis):—alsoκατεν-ενώπιον, τινος LXX Jo.1.5, Ep.Eph.1.4, al., BGU954.6 (vi A.D.).
German (Pape)
[Seite 1395] (ἐνωπή), grad ins Angesicht, grad entgegen; κατ. ἰδὼν Δαναῶν Il. 15, 320; Orph.; besser getrennt zu schreiben, κατ' ἐνῶπα, s. Spitzner Il. a. a. O. u. Lob. Paralip. 169.
Greek (Liddell-Scott)
κατένωπα: ἢ κάλλιον κατενῶπα, Λοβεκ. Παραλ. 169· Ἐπίρρ. (ἐνωπή)·- κατ’ εὐθεῖαν ἀπέναντί τινος, κατὰ πρόσωπον, μετὰ γεν., κατ. ἰδὼν Δαναῶν Ἰλ. Ο. 320· οὕτω, κατενώπιον τοῦ Θεοῦ, διάφ. γραφ. ἐν Β΄ Ἐπιστ. π. Κορ. ιβ΄, 19.- Ὁ Ὅμηρ. ἔχει ὡσαύτως ἐνωπῇ, ἐνωπαδίως.
French (Bailly abrégé)
adv.
exactement en face de, gén..
Étymologie: κατά, ἐνωπή.
English (Autenrieth)
in the face of, turned toward, Il. 15.320†.
Greek Monotonic
κατένωπα: ή -ενῶπα, επίρρ. (ἐνωπή), ακριβώς αντίθετα, κατ' ευθείαν απέναντι σε κάποιον, κατά πρόσωπο, με γεν., σε Ομήρ. Ιλ.