prisión: Difference between revisions
From LSJ
λύπης ἰατρός ἐστιν ἀνθρώποις λόγος → for men reason cures grief, for men reason is a healer of grief, a physician for grief is to people a word, pain's healer is a word to man, logos is a healer of man's anguish, talking through one's grief is therapeutic
mNo edit summary |
mNo edit summary |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{esel | {{esel | ||
|sltx=[[ἀναγκαῖον | |sltx=[[ἀναγκαῖον]], [[ἀνώγαιον]], [[ἀπόκλεισμα]], [[ἀποκλεισμός]], [[γόργυρα]], [[δεκανικός]], [[δεσμευτήριον]], [[δεσμός]], [[δεσμοφυλάκειον]], [[δεσμοφυλάκιον]], [[δεσμωτήριον]], [[δικαιωτήριον]], [[δραπεταγώγιον]], [[ἐγκλειστήριον]], [[ἐγκλείστρα]], [[εἶργμα]], [[εἰργμός]], [[εἱργμός]], [[εἰρκτή]], [[εἱρκτή]], [[ἑρκτή]], [[κάρκαρον]], [[κάρκαρος]], [[οἴκημα]], [[ὁρκάνα]], [[ὁρκάνη]], [[ὀχύρωμα]], [[συγκλειστήριον]], [[σωματοτροφεῖον]], [[τήρησις]], [[τηρητήριον]], [[φρουρά]], [[φρούριον]], [[φυλακή]] | ||
}} | }} |
Revision as of 20:37, 25 September 2022
Spanish > Greek
ἀναγκαῖον, ἀνώγαιον, ἀπόκλεισμα, ἀποκλεισμός, γόργυρα, δεκανικός, δεσμευτήριον, δεσμός, δεσμοφυλάκειον, δεσμοφυλάκιον, δεσμωτήριον, δικαιωτήριον, δραπεταγώγιον, ἐγκλειστήριον, ἐγκλείστρα, εἶργμα, εἰργμός, εἱργμός, εἰρκτή, εἱρκτή, ἑρκτή, κάρκαρον, κάρκαρος, οἴκημα, ὁρκάνα, ὁρκάνη, ὀχύρωμα, συγκλειστήριον, σωματοτροφεῖον, τήρησις, τηρητήριον, φρουρά, φρούριον, φυλακή