μουσόδομος: Difference between revisions
ἐν ταῖς ἀνάγκαις χρημάτων κρείττων φίλος → it is better in times of need to have friends rather than money, a friend in need is a friend indeed (Menander, Sententiae monostichoi 143)
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2") |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ος, ον :<br />bâti au son de la musique.<br />'''Étymologie:''' [[μοῦσα]], [[δέμω]]. | |btext=ος, ον :<br />bâti au son de la musique.<br />'''Étymologie:''' [[μοῦσα]], [[δέμω]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''μουσόδομος:''' [[воздвигнутый звуками]] (амфионовых) песен (τείχη Anth.). | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
Line 24: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''μουσόδομος:''' -ον ([[δέμω]]), αυτός που οικοδομήθηκε με τραγούδια, λέγεται για τα τείχη των Θηβών, σε Ανθ. | |lsmtext='''μουσόδομος:''' -ον ([[δέμω]]), αυτός που οικοδομήθηκε με τραγούδια, λέγεται για τα τείχη των Θηβών, σε Ανθ. | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=μουσό-δομος, ον [[δέμω]]<br />built by [[song]], of the walls of [[Thebes]], Anth. | |mdlsjtxt=μουσό-δομος, ον [[δέμω]]<br />built by [[song]], of the walls of [[Thebes]], Anth. | ||
}} | }} |
Revision as of 14:55, 3 October 2022
English (LSJ)
ον, built by song, of the walls of Thebes, AP9.250 (Honest.).
German (Pape)
[Seite 211] von den Musen, durch Musik gebau't, τείχη, Onest. 6 (IX, 250).
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
bâti au son de la musique.
Étymologie: μοῦσα, δέμω.
Russian (Dvoretsky)
μουσόδομος: воздвигнутый звуками (амфионовых) песен (τείχη Anth.).
Greek (Liddell-Scott)
μουσόδομος: -ον, ὁ δι’ ᾀσμάτων οἰκοδομηθείς, ἐπὶ τῶν τειχῶν τῶν Θηβῶν, Ἀνθ. Π. 9. 250.
Greek Monolingual
μουσόδομος, -ον (Α)
(για τα θηβαϊκά τείχη) οικοδομημένος με συνοδεία μουσικής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μοῦσα + δόμος.
Greek Monotonic
μουσόδομος: -ον (δέμω), αυτός που οικοδομήθηκε με τραγούδια, λέγεται για τα τείχη των Θηβών, σε Ανθ.
Middle Liddell
μουσό-δομος, ον δέμω
built by song, of the walls of Thebes, Anth.