παντέλεια: Difference between revisions
ὀφθαλμοὶ γὰρ τῶν ὤτων ἀκριβέστεροι μάρτυρες → the eyes are more accurate witnesses than the ears, the eyes are more exact witnesses than the ears
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2") |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ας (ἡ) :<br />achèvement, fin ; le dernier terme de l'initiation aux mystères ; ἡ τριετηρικὴ [[παντέλεια]] PLUT l'accomplissement triennal des grands mystères.<br />'''Étymologie:''' [[παντελής]]. | |btext=ας (ἡ) :<br />achèvement, fin ; le dernier terme de l'initiation aux mystères ; ἡ τριετηρικὴ [[παντέλεια]] PLUT l'accomplissement triennal des grands mystères.<br />'''Étymologie:''' [[παντελής]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''παντέλεια:''' ἡ<br /><b class="num">1)</b> [[доведение до конца]], [[довершение]] (τῆς διαφθορᾶς Polyb.);<br /><b class="num">2)</b> [[доведение до совершенства]], [[завершение]], [[высшая ступень]] (τῶν ἀγαθῶν Plut.): ἡ τριετηρικὴ π. Plut. трехгодичное завершение, т. е. великие мистерии;<br /><b class="num">3)</b> (у пифагорейцев), [[число десять]], [[десятерица]], (как символ совершенства). | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
Line 24: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''παντέλεια:''' ἡ, [[ολοκλήρωση]], [[τελειοποίηση]], σε Πολύβ. | |lsmtext='''παντέλεια:''' ἡ, [[ολοκλήρωση]], [[τελειοποίηση]], σε Πολύβ. | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=[[παντέλεια]], ἡ,<br />[[consummation]], Polyb. [from [[παντελής]] | |mdlsjtxt=[[παντέλεια]], ἡ,<br />[[consummation]], Polyb. [from [[παντελής]] | ||
}} | }} |
Revision as of 15:08, 3 October 2022
English (LSJ)
ἡ, A consummation, ἡ π. τῆς καταφθορᾶς Plb.1.48.9; π. ἀρετῆς Ph.1.38; πᾶσα πολιτικὰ κοινωνία λύρας παντελῄᾳ ποτέοικεν prob. in Hippod. ap. Stob.4.1.94; εἰς ἀσφαλῆ τινα καὶ βεβαίαν π. ἀγαθῶν ἐξικόμενον Plu.2.106If; εἰς π. διδαχθῆναι, opp. εἰς τύπωσιν, Phld. Rh.2.34S.; τριετηρικὴ π., of the great mysteries, Plu.2.671d, cf. IG 3.77. II παντέλεια was a Pythagorean name of the number ten, Theol.Ar.63.
German (Pape)
[Seite 463] ἡ, Vollendung, der höchstmögliche Grad; τῆς καταφθορᾶς, Pol. 1, 48, 9; Sp.; – τριετηρικὴ παντ. nennt Plut. Symp. 4, 6, 1 die großen Mysterien. – Bei den Pythagoräern hieß die Zehnzahl so, Theol. arithm. p. 63.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
achèvement, fin ; le dernier terme de l'initiation aux mystères ; ἡ τριετηρικὴ παντέλεια PLUT l'accomplissement triennal des grands mystères.
Étymologie: παντελής.
Russian (Dvoretsky)
παντέλεια: ἡ
1) доведение до конца, довершение (τῆς διαφθορᾶς Polyb.);
2) доведение до совершенства, завершение, высшая ступень (τῶν ἀγαθῶν Plut.): ἡ τριετηρικὴ π. Plut. трехгодичное завершение, т. е. великие мистерии;
3) (у пифагорейцев), число десять, десятерица, (как символ совершенства).
Greek (Liddell-Scott)
παντέλεια: ἡ, ἡ παντελὴς τελειότης, τοιαύτην συνέβη γενέσθαι τὴν παντέλειαν τῆς καταφθορᾶς, ὥστε καὶ τὰς βάσεις τῶν πύργων .. ὑπὸ τοῦ πυρὸς ἄχρειωθῆναι Πολύβ. 1. 48, 9· π. τῶν ἀγαθῶν, ἐπὶ τῆς μυήσεως εἰς τὰ μυστήρια, Πλούτ. 2. 1061Ε, Κλήμ. Ἀλ. 498 τριετηρικὴ π., ἐπὶ τῶν μεγάλων μυστηρίων, Πλούτ. 2. 671D. ΙΙ. παντέλεια ἦτο πυθαγόρειον ὄνομα τοῦ ἀριθμοῦ δέκα, Θεολ. Ἀριθμ. 63· καλεῖται καὶ παντελὴς ἀριθμὸς ὑπὸ τοῦ Φιλολάου ἐν Στοβ. Ἐκλογ. 1. 8· παντέλειος παρὰ Κλήμ. Ἀλ. 782.
Greek Monolingual
ἡ, Α παντελής
1. ο μέγιστος βαθμός, το κορύφωμα, η απόλυτη πληρότητα («τοιαύτην συνέβη γενέσθαι τὴν παντέλειαν τῆς καταφθορᾱς, ὥστε καὶ τὰς βάσεις τῶν πύργων... ὑπὸ τοῦ πυρὸς ἀχρειωθῆναι», Πολ.)
2. (στους Πυθαγορείους) ο αριθμός δέκα.
Greek Monotonic
παντέλεια: ἡ, ολοκλήρωση, τελειοποίηση, σε Πολύβ.
Middle Liddell
παντέλεια, ἡ,
consummation, Polyb. [from παντελής