Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

περιλεσχήνευτος: Difference between revisions

From LSJ

Quibus enim nihil est in ipsis opis ad bene beateque vivendum → Every age is burdensome to those who have no means of living well and happily

Cicero, de Senectute
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=ος, ον :<br />qui est l'objet de tous les entretiens, fameux, célèbre.<br />'''Étymologie:''' [[περί]], [[λέσχη]].
|btext=ος, ον :<br />qui est l'objet de tous les entretiens, fameux, célèbre.<br />'''Étymologie:''' [[περί]], [[λέσχη]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''περιλεσχήνευτος''': -ον, περὶ οὗ γίνεται [[λόγος]] ἐν πάσῃ λέσχῃ, [[περιλάλητος]], Ἡρόδ. 2. 135· πρβλ. ἔλλεσχο [[προλεσχηνεύομαι]].
|elnltext=περιλεσχήνευτος -ον [περί, λεσχηνεύω] veelbesproken.
}}
{{elru
|elrutext='''περιλεσχήνευτος:''' [[передаваемый из уст в уста]], [[известный всем]], [[прославленный]] ([[οὔνομα]] Her.).
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 25: Line 28:
|lsmtext='''περιλεσχήνευτος:''' -ον, αυτός που αποτελεί [[αντικείμενο]] συζήτησης σε [[κάθε]] [[λέσχη]] ([[λέσχη]]), που αποτελεί [[θέμα]] κοινής συζήτησης, σε Ηρόδ.
|lsmtext='''περιλεσχήνευτος:''' -ον, αυτός που αποτελεί [[αντικείμενο]] συζήτησης σε [[κάθε]] [[λέσχη]] ([[λέσχη]]), που αποτελεί [[θέμα]] κοινής συζήτησης, σε Ηρόδ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''περιλεσχήνευτος:''' [[передаваемый из уст в уста]], [[известный всем]], [[прославленный]] ([[οὔνομα]] Her.).
|lstext='''περιλεσχήνευτος''': -ον, περὶ οὗ γίνεται [[λόγος]] ἐν πάσῃ λέσχῃ, [[περιλάλητος]], Ἡρόδ. 2. 135· πρβλ. ἔλλεσχο [[προλεσχηνεύομαι]].
}}
{{elnl
|elnltext=περιλεσχήνευτος -ον [περί, λεσχηνεύω] veelbesproken.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=περι-λεσχήνευτος, ον,<br />talked of in [[every]] [[club]] (λέσχἠ, [[matter]] of [[common]] [[talk]], Hdt.
|mdlsjtxt=περι-λεσχήνευτος, ον,<br />talked of in [[every]] [[club]] (λέσχἠ, [[matter]] of [[common]] [[talk]], Hdt.
}}
}}

Revision as of 21:25, 2 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περιλεσχήνευτος Medium diacritics: περιλεσχήνευτος Low diacritics: περιλεσχήνευτος Capitals: ΠΕΡΙΛΕΣΧΗΝΕΥΤΟΣ
Transliteration A: perileschḗneutos Transliteration B: perileschēneutos Transliteration C: perileschineftos Beta Code: perilesxh/neutos

English (LSJ)

ον, talked of in every club (λέσχη), matter of common talk, Hdt.2.135.

German (Pape)

[Seite 582] wovon ringsum geschwatzt od. gesprochen wird, weit berühmt, Her. 2, 135.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
qui est l'objet de tous les entretiens, fameux, célèbre.
Étymologie: περί, λέσχη.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

περιλεσχήνευτος -ον [περί, λεσχηνεύω] veelbesproken.

Russian (Dvoretsky)

περιλεσχήνευτος: передаваемый из уст в уста, известный всем, прославленный (οὔνομα Her.).

Greek Monolingual

-ον, Α
αυτός για τον οποίο μιλούν παντού, για τον οποίο γίνεται λόγος σε κάθε λέσχη, σε κάθε τόπο συνάθροισης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περι- + λεσχηνεύω «συζητώ» (< λέσχη)].

Greek Monotonic

περιλεσχήνευτος: -ον, αυτός που αποτελεί αντικείμενο συζήτησης σε κάθε λέσχη (λέσχη), που αποτελεί θέμα κοινής συζήτησης, σε Ηρόδ.

Greek (Liddell-Scott)

περιλεσχήνευτος: -ον, περὶ οὗ γίνεται λόγος ἐν πάσῃ λέσχῃ, περιλάλητος, Ἡρόδ. 2. 135· πρβλ. ἔλλεσχο προλεσχηνεύομαι.

Middle Liddell

περι-λεσχήνευτος, ον,
talked of in every club (λέσχἠ, matter of common talk, Hdt.