συμφθέγγομαι: Difference between revisions

From LSJ

τῶν δ᾽ ὀρθουμένων σῴζει τὰ πολλὰ σώμαθ᾽ ἡ πειθαρχία → But of those who make it through, following orders is what saves most of their lives (Sophocles, Antigone 675f.)

Source
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=parler <i>ou</i> résonner d'accord, être d'accord avec, τινι.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[φθέγγομαι]].
|btext=parler <i>ou</i> résonner d'accord, être d'accord avec, τινι.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[φθέγγομαι]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''συμφθέγγομαι''': ἀποθετ., ἠχῶ μετά τινος ἐν συμφωνίᾳ, ἀποτελῶ συμφωνίαν, τὴν λύραν τῷ χρωμένῳ συμφθέγγεσθαι καὶ συνᾴδειν Πλάτ. Ἀλκιβ. 2, κτλ.· τῶν κύκνων ἐπιβοώντων καὶ συμφθεγγομένων Δίων Κ. 74. 3.
|elnltext=συμ-φθέγγομαι [σύν, φθέγγομαι] ‘meeklinken’ hetzelfde geluid laten horen als, harmoniëren met, met dat.
}}
{{elru
|elrutext='''συμφθέγγομαι:'''<br /><b class="num">1)</b> [[вторить]], [[аккомпанировать]] (τινι Plut.);<br /><b class="num">2)</b> [[поддакивать]], [[соглашаться]] (τινι Plut.).
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 25: Line 28:
|lsmtext='''συμφθέγγομαι:''' αποθ., ηχώ από κοινού, ηχώ σε [[συμφωνία]], [[συνηχώ]], <i>τινι</i>, σε Πλούτ.
|lsmtext='''συμφθέγγομαι:''' αποθ., ηχώ από κοινού, ηχώ σε [[συμφωνία]], [[συνηχώ]], <i>τινι</i>, σε Πλούτ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''συμφθέγγομαι:'''<br /><b class="num">1)</b> [[вторить]], [[аккомпанировать]] (τινι Plut.);<br /><b class="num">2)</b> [[поддакивать]], [[соглашаться]] (τινι Plut.).
|lstext='''συμφθέγγομαι''': ἀποθετ., ἠχῶ μετά τινος ἐν συμφωνίᾳ, ἀποτελῶ συμφωνίαν, τὴν λύραν τῷ χρωμένῳ συμφθέγγεσθαι καὶ συνᾴδειν Πλάτ. Ἀλκιβ. 2, κτλ.· τῶν κύκνων ἐπιβοώντων καὶ συμφθεγγομένων Δίων Κ. 74. 3.
}}
{{elnl
|elnltext=συμ-φθέγγομαι [σύν, φθέγγομαι] ‘meeklinken’ hetzelfde geluid laten horen als, harmoniëren met, met dat.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=<br />Dep. to [[sound]] with, [[accord]] with, τινι Plut.
|mdlsjtxt=<br />Dep. to [[sound]] with, [[accord]] with, τινι Plut.
}}
}}

Revision as of 22:25, 2 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συμφθέγγομαι Medium diacritics: συμφθέγγομαι Low diacritics: συμφθέγγομαι Capitals: ΣΥΜΦΘΕΓΓΟΜΑΙ
Transliteration A: symphthéngomai Transliteration B: symphthengomai Transliteration C: symftheggomai Beta Code: sumfqe/ggomai

English (LSJ)

A sound with, ἡ λύρα τῷ Χρωμένῳ σ. Plu.Alc.2, etc.; ἐμοὶ ὁ νόμος συμφθέγγεται Chor.p.55 B.: abs., D.C.74.3, restored for -φθειρ- in D.Chr.78.20. II converse with, Plu.2.580d.

German (Pape)

[Seite 991] mittönen, ἡ λύρα συμφθέγγεται τῷ χρωμένῳ, Plut. Alc. 2; übertr., übereinstimmen, zustimmen, Sp.

French (Bailly abrégé)

parler ou résonner d'accord, être d'accord avec, τινι.
Étymologie: σύν, φθέγγομαι.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

συμ-φθέγγομαι [σύν, φθέγγομαι] ‘meeklinken’ hetzelfde geluid laten horen als, harmoniëren met, met dat.

Russian (Dvoretsky)

συμφθέγγομαι:
1) вторить, аккомпанировать (τινι Plut.);
2) поддакивать, соглашаться (τινι Plut.).

Greek Monolingual

Α
1. ηχώ σε συμφωνία με άλλον («ἡ λύρα συμφθέγγεται τῷ χρωμένῳ», Πλούτ.)
2. συνδιαλέγομαι, συναναστρέφομαι
3. μτφ. συμφωνώ.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + φθέγγομαι «λέγω, ηχώ»].

Greek Monotonic

συμφθέγγομαι: αποθ., ηχώ από κοινού, ηχώ σε συμφωνία, συνηχώ, τινι, σε Πλούτ.

Greek (Liddell-Scott)

συμφθέγγομαι: ἀποθετ., ἠχῶ μετά τινος ἐν συμφωνίᾳ, ἀποτελῶ συμφωνίαν, τὴν λύραν τῷ χρωμένῳ συμφθέγγεσθαι καὶ συνᾴδειν Πλάτ. Ἀλκιβ. 2, κτλ.· τῶν κύκνων ἐπιβοώντων καὶ συμφθεγγομένων Δίων Κ. 74. 3.

Middle Liddell


Dep. to sound with, accord with, τινι Plut.