δωδεκάσκυτος: Difference between revisions

From LSJ

Ποιητὴς, ὁπόταν ἐν τῷ τρίποδι τῆς Μούσης καθίζηται, τότε οὐκ ἔμφρων ἐστίν → Whenever a poet is seated on the Muses' tripod, he is not in his senses

Plato, Laws, 719c
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(elnltext.*?\]) ([a-zA-Z' ]+)(\.)\n" to "$1 $2$3 ")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(elnltext.*?) (\[)([\p{Greek}]+), ([\p{Greek}]+)(\])" to "$1 [$3, $4$5")
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{elnl
{{elnl
|elnltext=δωδεκάσκυτος -ον [δώδεκα, σκῦτος] [[van twaalf stukken leer]].
|elnltext=δωδεκάσκυτος -ον [[[δώδεκα]], [[σκῦτος]]] [[van twaalf stukken leer]].
}}
}}
{{elru
{{elru

Revision as of 13:56, 29 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δωδεκάσκῠτος Medium diacritics: δωδεκάσκυτος Low diacritics: δωδεκάσκυτος Capitals: ΔΩΔΕΚΑΣΚΥΤΟΣ
Transliteration A: dōdekáskytos Transliteration B: dōdekaskytos Transliteration C: dodekaskytos Beta Code: dwdeka/skutos

English (LSJ)

ον, of twelve strips of leather, σφαῖρα Pl.Phd.110b, Plu.2.1003d.

Spanish (DGE)

-ον
de doce piezas de cuero σφαῖρα Pl.Phd.110b, Plu.2.1003d.

German (Pape)

[Seite 694] σφαῖρα, aus zwölf Lederstücken zusammengesetzter Ball, Plat. Phaed. 110 b.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
formé de douze peaux.
Étymologie: δώδεκα, σκῦτος.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

δωδεκάσκυτος -ον [δώδεκα, σκῦτος] van twaalf stukken leer.

Russian (Dvoretsky)

δωδεκάσκῡτος: сделанный из двенадцати кусков кожи (σφαῖρα Plat., Plut.).

Greek Monolingual

δωδεκάσκυτος, -ον (Α)
ο κατασκευασμένος από δώδεκα κομμάτια δέρματος.

Greek Monotonic

δωδεκάσκῡτος: -ον, αυτός που αποτελείται από δώδεκα κομμάτια δέρματος, σε Πλάτ.

Greek (Liddell-Scott)

δωδεκάσκῡτος: -ον, ἐκ δώδεκα τεμαχίων διαφόρως κεχρωματισμένου δέρματος, σφαῖρα Πλάτ. Φαίδωνι 110Β, πρβλ. Πλούτ. 2. 1003D.

Middle Liddell

δωδεκά-σκῡτος, ον
of twelve pieces of leather, Plat.