φερώνυμος: Difference between revisions
τῶν Λειβηθρίων ἀμουσότερος → more uncultured than Leibethrans, more uncultured than the people of Leibethra, lowest degree of mental cultivation
m (LSJ1 replacement) |
|||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=feronymos | |Transliteration C=feronymos | ||
|Beta Code=ferw/numos | |Beta Code=ferw/numos | ||
|Definition= | |Definition=φερώνυμον, [[bearing the name of]], [[named after]], τινός Nic.''Th.''666, Orph.''A.''719, Coluth.246, ''Theol.Ar.''19, [[Nonnus Epicus|Nonn.]] ''[[Dionysiaca|D.]]'' 13.69; ἔκ τινος Id.5.71: [[well-named]], like [[ἐπώνυμος]], Ael.''NA''17.8. Adv. [[φερωνύμως]] Arist.''Mu.''399a19, Heraclit.''All.'' 22. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Latest revision as of 10:39, 25 August 2023
English (LSJ)
φερώνυμον, bearing the name of, named after, τινός Nic.Th.666, Orph.A.719, Coluth.246, Theol.Ar.19, Nonn. D. 13.69; ἔκ τινος Id.5.71: well-named, like ἐπώνυμος, Ael.NA17.8. Adv. φερωνύμως Arist.Mu.399a19, Heraclit.All. 22.
German (Pape)
[Seite 1266] den Namen von einer bestimmten Veranlassung tragend, führend, den Namen nach Etwas habend, c. gen. Dah. den Namen mit Wahrheit führend, bes. sp. D., wie Nic. Th. 666 Nonn. D. 8, 75 Coluth. 246 Christodor. 1, 32; Schol. Lycophr. 1; Ael. H. A. 17, 8. – Adv., Arist. mund. 6 Heraclid. alleg. 22.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
dont le nom convient, qui porte un nom significatif, bien nommé.
Étymologie: φέρω, ὄνομα.
Greek (Liddell-Scott)
φερώνῠμος: -ον, ὁ φέρων τὸ ὄνομά τινος, ὠνομασμένος ἔκ τινος, μετὰ γεν., Ὀρφ. Ἀργ. 717, Νόνν., κλπ.· καλῶς ὀνομασθείς, ὡς τὸ ἐπώνυμος, Νικ. Θηρ. 666, Αἰλ. περὶ Ζ. 17. 8, Κόλουθ. 242, κλπ. ― Ἐπίρρ. -μως, Ἀριστ. περὶ Κόσμ. 6, 20, Ἡρακλείδ. Ἀλληγ. 22.
Greek Monolingual
-η, -ο / φερώνυμος, -ον, ΝΑ
αυτός του οποίου το όνομα έχει ληφθεί από ένα πρόσωπο, πράγμα ή γεγονός
αρχ.
αυτός που έχει καλή ονομασία.
επίρρ...
φερωνύμως ΜΑ
με φερωνυμία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φέρω (για τη μορφή του α' συνθετικού βλ. λ. φέρω) + -ώνυμος (< ὄνυμα, αιολ. τ. του ὄνομα), πρβλ. ψευδ-ώννμος. Το -ω- του τ. οφείλεται σε έκταση λόγω συνθέσεως].