στίλβων: Difference between revisions
ὃς ἂν βούληται τῆν γῆν κινῆσαι κινησάτω τὸ πρῶτον ἑαυτόν → let him that would move the world first move himself
m (LSJ1 replacement) |
|||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=stilvon | |Transliteration C=stilvon | ||
|Beta Code=sti/lbwn | |Beta Code=sti/lbwn | ||
|Definition=οντος, ὁ, name of the planet Mercury, | |Definition=οντος, ὁ, name of the planet Mercury, Arist.''Mu.'' 392a26, Eudox.''Ars''5.10, Cic.''ND''2.20.53; gen. -ωνος ([[varia lectio|v.l.]] -οντος) Plu.2.430a; acc. -ωνα ''[[Placita Philosophorum|Placit.]]''2.15.4 ([[στίλβοντα]] codd.Plu.2.889b), 2.16.7. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 10:47, 25 August 2023
English (LSJ)
οντος, ὁ, name of the planet Mercury, Arist.Mu. 392a26, Eudox.Ars5.10, Cic.ND2.20.53; gen. -ωνος (v.l. -οντος) Plu.2.430a; acc. -ωνα Placit.2.15.4 (στίλβοντα codd.Plu.2.889b), 2.16.7.
German (Pape)
[Seite 943] οντος, ὁ, der Glänzende, gew. der Planet Merkur, Arist. de mund. 2, 8, vgl. Cic. de Nat. D. 2, 20; Plut. u. A.
French (Bailly abrégé)
οντος ou ωνος (ὁ) :
litt. « le brillant », Mercure, ou sel. d'autres, Vénus, planètes.
Étymologie: στίλβω.
Greek (Liddell-Scott)
στίλβων: -οντος, ὁ, ὁ λαμπρός, ὁ λάμπων, ὁ ἀκτινοβόλος, ὄνομα τοῦ πλανήτου Ἑρμοῦ, Ἀριστ. π. Κόσμ. 2. 9, Πλούτ. 2. 430Α, καὶ (κατ’ αἰτ. στίλβωνα) 1029Β, Κικ. Nat. D. 2. 20. II. ἴδε στίλπων.
Greek Monolingual
-οντος και -ωνος και στίλπων, -ωνος, ὁ, Α
(για τον πλανήτη Ερμή) λαμπρός, ακτινοβόλος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < στίλβω / στιλπνός + επίθημα -ων (πρβλ. στίγων)].