συναρχία: Difference between revisions

From LSJ

Στέργει γὰρ οὐδεὶς ἄγγελον κακῶν ἐπῶν → No one loves the bearer of bad news

Sophocles, Antigone, 277
m (LSJ1 replacement)
m (Text replacement - "Arist.''Pol.''" to "Arist.''Pol.''")
 
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=synarchia
|Transliteration C=synarchia
|Beta Code=sunarxi/a
|Beta Code=sunarxi/a
|Definition=ἡ,<br><span class="bld">A</span> [[joint administration]] or [[government]], τινων D.C.53.2; πρός τινα Id.47.7; περὶ τὰ στρατιωτικά Str.15.1.52.<br><span class="bld">II</span> in plural, <b class="b3">αἱ σ.</b> the [[collective magistracy]], Arist.''Pol.''1298a14, Aen.Tact.4.11, Anon. Hist. (''FGrH''160) p.887 J., ''IG''7.15 (Megara, ii B.C.), 42(1).79 (Arcadian, found at Epid., ii B.C.), Decr.Aetol. ap. Eust.270.40, Plb.27.2.11, etc.: so in sg., ''SIG''426.32 (Bargylia, found at Teos, iii B.C.), al., Str.5.3.2.
|Definition=ἡ,<br><span class="bld">A</span> [[joint administration]] or [[government]], τινων D.C.53.2; πρός τινα Id.47.7; περὶ τὰ στρατιωτικά Str.15.1.52.<br><span class="bld">II</span> in plural, <b class="b3">αἱ σ.</b> the [[collective magistracy]], [[Aristotle|Arist.]]''[[Politica|Pol.]]''1298a14, Aen.Tact.4.11, Anon. Hist. (''FGrH''160) p.887 J., ''IG''7.15 (Megara, ii B.C.), 42(1).79 (Arcadian, found at Epid., ii B.C.), Decr.Aetol. ap. Eust.270.40, Plb.27.2.11, etc.: so in sg., ''SIG''426.32 (Bargylia, found at Teos, iii B.C.), al., Str.5.3.2.
}}
}}
{{pape
{{pape

Latest revision as of 17:33, 21 November 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συναρχία Medium diacritics: συναρχία Low diacritics: συναρχία Capitals: ΣΥΝΑΡΧΙΑ
Transliteration A: synarchía Transliteration B: synarchia Transliteration C: synarchia Beta Code: sunarxi/a

English (LSJ)

ἡ,
A joint administration or government, τινων D.C.53.2; πρός τινα Id.47.7; περὶ τὰ στρατιωτικά Str.15.1.52.
II in plural, αἱ σ. the collective magistracy, Arist.Pol.1298a14, Aen.Tact.4.11, Anon. Hist. (FGrH160) p.887 J., IG7.15 (Megara, ii B.C.), 42(1).79 (Arcadian, found at Epid., ii B.C.), Decr.Aetol. ap. Eust.270.40, Plb.27.2.11, etc.: so in sg., SIG426.32 (Bargylia, found at Teos, iii B.C.), al., Str.5.3.2.

German (Pape)

[Seite 1004] ἡ, die Mitherrschaft, Mitverwaltung der Regierung od. eines obrigkeitlichen Amtes; – αἱ συναρχίαι, die sämmtlichen Magistratsmitglieder, Magistratsversammlung; Arist. polit. 4, 14; Pol. 4, 4, 2. 27, 2, 11.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
1 pouvoir commun ou partagé, notamment en parl. du triumvirat à Rome;
2 αἱ συναρχίαι magistrature collective.
Étymologie: σύναρχος.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

συναρχία -ας, ἡ [σύναρχος] in plur. colleges van bestuur(ders).

Greek Monolingual

η, ΝΑ σύναρχος
η ταυτόχρονη συνύπαρξη περισσότερων του ενός αρχόντων, η από κοινού διοίκηση («ἐν τῇ τοῦ Ἀντωνίου τοῦ τε Λεπίδου συναρχίᾳ», Δίων Κάσσ.)
αρχ.
1. στον πληθ. αἱ συναρχίαι
όλοι οι άρχοντες μαζί, οι άρχοντες γενικά
2. φρ. «συναρχία περί τι» — εξάσκηση στην από κοινού διοίκηση (Στράβ.).

Greek Monotonic

συναρχία: ἡ (ἀρχή),
I. συνδιοίκηση, συγκυβέρνηση, σε Στράβ.
II. στον πληθ., αἱ συναρχίαι, συλλογική άσκηση εξουσίας, σώμα αρχόντων που ασκούν εξουσία, σε Αριστ.

Greek (Liddell-Scott)

συναρχία: ἡ, κοινὴ διοίκησιςκυβέρνησις, τινῶν Δίων Κ. 53. 2· πρός τινα ὁ αὐτ. 47. 7· περὶ τὰ στρατιωτικὰ Στράβ. 708. ΙΙ. ἐν τῷ πληθ., αἱ συναρχίαι, οἱ ἄρχοντες ὁμοῦ, συλλήβδην, Ἀριστ. Πολιτ. 4. 14, 4, Ψήφισμ. Αἰτωλ. παρ’ Εὐστ. 279. 40, Πολύβ., κλπ.

Middle Liddell

συν-αρχία, ἡ, ἀρχή
I. joint administration, Strab.
II. in plural, αἱ συναρχίαι, the collective magistracy, Arist.