φαρμακουργός: Difference between revisions

From LSJ

ὡς τρὶς ἂν παρ' ἀσπίδα στῆναι θέλοιμ' ἂν μᾶλλοντεκεῖν ἅπαξ → I would rather stand three times with a shield in battle than give birth once

Source
(c2)
(6_15)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1257.png Seite 1257]] όν, = [[φαρμακοποιός]], Lycophr. 61 u. a. Sp., wie Schol. Opp. Hal. 2, 483.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1257.png Seite 1257]] όν, = [[φαρμακοποιός]], Lycophr. 61 u. a. Sp., wie Schol. Opp. Hal. 2, 483.
}}
{{ls
|lstext='''φαρμᾰκουργός''': -όν, (*[[ἔργω]]) = [[φαρμακοποιός]], αὐτὴ δὲ φαρμακουργὸς Λυκόφρ. 61· φαρμακουργὸς [[ἐργάτης]] τε καὶ πωλητὴς φαρμάκων Θεόδ. Πρόδρ. ἐν Notitt. Mss τ. 11, μέρ. β΄ σ. 188, Σχόλ. εἰς Ὀππ. Ἁλιευτ. 2, 483.
}}
}}

Revision as of 11:36, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φαρμᾰκουργός Medium diacritics: φαρμακουργός Low diacritics: φαρμακουργός Capitals: ΦΑΡΜΑΚΟΥΡΓΟΣ
Transliteration A: pharmakourgós Transliteration B: pharmakourgos Transliteration C: farmakourgos Beta Code: farmakourgo/s

English (LSJ)

όν,

   A = φαρμακοποιός, Lyc.61.

German (Pape)

[Seite 1257] όν, = φαρμακοποιός, Lycophr. 61 u. a. Sp., wie Schol. Opp. Hal. 2, 483.

Greek (Liddell-Scott)

φαρμᾰκουργός: -όν, (*ἔργω) = φαρμακοποιός, αὐτὴ δὲ φαρμακουργὸς Λυκόφρ. 61· φαρμακουργὸς ἐργάτης τε καὶ πωλητὴς φαρμάκων Θεόδ. Πρόδρ. ἐν Notitt. Mss τ. 11, μέρ. β΄ σ. 188, Σχόλ. εἰς Ὀππ. Ἁλιευτ. 2, 483.