μετακαθίζω: Difference between revisions

From LSJ

ἐγγυητής τοῦ ἀργυρίου ἀξιόχρεωςtrustworthy guarantor for the money

Source
(6_2)
(24)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μετακαθίζω''': [[καθίζω]] ὁτὲ μὲν ἐδῶ ὁτὲ δὲ [[ἐκεῖ]], δὲν [[δύναμαι]] νὰ μείνω [[ἥσυχος]] ἐν τῇ θέσει μου, Σχόλ. εἰς Ἰλ. Ν. 281. ΙΙ. [[μεταβάλλω]] γνώμην, Σέξτ. Ἐμπ. Μ. 1. 215.
|lstext='''μετακαθίζω''': [[καθίζω]] ὁτὲ μὲν ἐδῶ ὁτὲ δὲ [[ἐκεῖ]], δὲν [[δύναμαι]] νὰ μείνω [[ἥσυχος]] ἐν τῇ θέσει μου, Σχόλ. εἰς Ἰλ. Ν. 281. ΙΙ. [[μεταβάλλω]] γνώμην, Σέξτ. Ἐμπ. Μ. 1. 215.
}}
{{grml
|mltxt=[[μετακαθίζω]] (ΑM)<br />[[αλλάζω]] [[θέση]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[κάθομαι]] [[άλλοτε]] εδώ και [[άλλοτε]] [[εκεί]], δεν [[μένω]] στη [[θέση]] μου<br /><b>2.</b> [[αλλάζω]] [[γνώμη]]<br /><b>3.</b> [[προσχωρώ]] σε κάποιον, [[πηγαίνω]] με το [[μέρος]] κάποιου.
}}
}}

Revision as of 07:37, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μετακαθίζω Medium diacritics: μετακαθίζω Low diacritics: μετακαθίζω Capitals: ΜΕΤΑΚΑΘΙΖΩ
Transliteration A: metakathízō Transliteration B: metakathizō Transliteration C: metakathizo Beta Code: metakaqi/zw

English (LSJ)

   A shift one's position, Sch.Il.13.281, Sch.Ar.V.397.    2 metaph., shift one's ground in argument, S.E. M.1.215; change sides, pass over, εἴς or πρός τινα, J.AJ18.6.6, 19.1.10.

German (Pape)

[Seite 147] (s. ἵζω), umsetzen, anderswohin setzen, Schol. Il. 13, 281; intr. übertr., μετακαθίσαντες, S. Emp. adv. gramm. 215.

Greek (Liddell-Scott)

μετακαθίζω: καθίζω ὁτὲ μὲν ἐδῶ ὁτὲ δὲ ἐκεῖ, δὲν δύναμαι νὰ μείνω ἥσυχος ἐν τῇ θέσει μου, Σχόλ. εἰς Ἰλ. Ν. 281. ΙΙ. μεταβάλλω γνώμην, Σέξτ. Ἐμπ. Μ. 1. 215.

Greek Monolingual

μετακαθίζω (ΑM)
αλλάζω θέση
αρχ.
1. κάθομαι άλλοτε εδώ και άλλοτε εκεί, δεν μένω στη θέση μου
2. αλλάζω γνώμη
3. προσχωρώ σε κάποιον, πηγαίνω με το μέρος κάποιου.