μεγαλομοιρία: Difference between revisions
From LSJ
Σκηνὴ πᾶς ὁ βίος καὶ παίγνιον: ἢ μάθε παίζειν, τὴν σπουδὴν μεταθείς, ἢ φέρε τὰς ὀδύνας → All life is a stage and a play: either learn to play laying your gravity aside, or bear with life's pains.
(6_9) |
(24) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''μεγᾰλομοιρία''': ἡ, [[μεγαλοπρέπεια]], Ἀριστέας. | |lstext='''μεγᾰλομοιρία''': ἡ, [[μεγαλοπρέπεια]], Ἀριστέας. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[μεγαλομοιρία]], ἡ (Α)<br />η [[μεγαλοπρέπεια]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μεγαλόμοιρος</i>]. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:36, 29 September 2017
English (LSJ)
ἡ,
A magnificence, Aristeas 21 (dub.).
German (Pape)
[Seite 106] ἡ, = μεγαλομέρεια, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
μεγᾰλομοιρία: ἡ, μεγαλοπρέπεια, Ἀριστέας.
Greek Monolingual
μεγαλομοιρία, ἡ (Α)
η μεγαλοπρέπεια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μεγαλόμοιρος].