κεδροχαρής: Difference between revisions

From LSJ

ἀρχὴν μὲν μὴ φῦναι ἐπιχθονίοισιν ἄριστον· φύντα δ' ὅμως ὤκιστα πύλας Ἀίδαο περῆσαι → First, it is best for mortals to not be born. If born, to pass through Hades' gates as soon as possible.

Source
(6_7)
(20)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κεδροχᾰρής''': -ές, ([[χαίρω]]) χαίρων ἐπὶ τῇ κέδρῳ, Μανέθ. 4. 191.
|lstext='''κεδροχᾰρής''': -ές, ([[χαίρω]]) χαίρων ἐπὶ τῇ κέδρῳ, Μανέθ. 4. 191.
}}
{{grml
|mltxt=[[κεδροχαρής]], -ές (Α)<br />αυτός που χαίρεται να κατεργάζεται το [[ξύλο]] του κέδρου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κέδρος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>χαρής</i> (<span style="color: red;"><</span> θ. <i>χαρ</i>-, <b>[[πρβλ]].</b> <i>ε</i>-<i>χάρ</i>-<i>ην</i>, αόρ. του [[χαίρω]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>αιμο</i>-<i>χαρής</i>, <i>δακρυ</i>-<i>χαρής</i>].
}}
}}

Revision as of 07:23, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κεδροχᾰρής Medium diacritics: κεδροχαρής Low diacritics: κεδροχαρής Capitals: ΚΕΔΡΟΧΑΡΗΣ
Transliteration A: kedrocharḗs Transliteration B: kedrocharēs Transliteration C: kedrocharis Beta Code: kedroxarh/s

English (LSJ)

ές, (χαίρω)

   A rejoicing in cedar, Man.4.191.

German (Pape)

[Seite 1411] ές, sich über Cedern freuend, Man. 4, 191.

Greek (Liddell-Scott)

κεδροχᾰρής: -ές, (χαίρω) χαίρων ἐπὶ τῇ κέδρῳ, Μανέθ. 4. 191.

Greek Monolingual

κεδροχαρής, -ές (Α)
αυτός που χαίρεται να κατεργάζεται το ξύλο του κέδρου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κέδρος + -χαρής (< θ. χαρ-, πρβλ. ε-χάρ-ην, αόρ. του χαίρω), πρβλ. αιμο-χαρής, δακρυ-χαρής].