εὐλεχής: Difference between revisions
From LSJ
Ἐς δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην, κράτισται → For extreme diseases, extreme methods of cure, as to restriction, are most suitable.
(4) |
(2b) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''εὐλεχής:''' -ές, = [[εὔλεκτρος]], σε Ανθ. | |lsmtext='''εὐλεχής:''' -ές, = [[εὔλεκτρος]], σε Ανθ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''εὐλεχής:''' Anth. = [[εὔλεκτρος]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 08:44, 31 December 2018
English (LSJ)
ές,
A = εὔλεκτρος, θάλαμος AP7.649 (Anyte); Κύπρις APl. 4.182 (Leon.).
German (Pape)
[Seite 1078] ές, = εὔλεκτρος, θάλαμος, Anyte 16 (VII, 649).
Greek (Liddell-Scott)
εὐλεχής: -ές, εὔλεκτρος, Ἀνθ. Π. 7. 649, Πλαν. 182.
Greek Monolingual
εὐλεχής, -ές (Α)
εύλεκτρος («εὐλεχέος θαλάμου», Ανθ. Παλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + -λεχής (< λέχος), πρβλ. απειρο-λεχής, κοινο-λεχής κ.ά.].
Greek Monotonic
εὐλεχής: -ές, = εὔλεκτρος, σε Ανθ.
Russian (Dvoretsky)
εὐλεχής: Anth. = εὔλεκτρος.