Τριτωνίς: Difference between revisions
Φίλον δι' ὀργὴν ἐν κακοῖσι μὴ προδῷς → Amicum ob iram deserere cave in malis → Verrate einen Freund nicht in der Not aus Zorn
(6) |
(4b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''Τρῑτωνίς:''' -[[ίδος]], ἡ, [[λίμνη]] στη [[Λιβύη]] περίφημη για τους αρχαίους ελλ. μύθους, σε Πίνδ., Ηρόδ.· πρβλ. [[Τριτογένεια]]. | |lsmtext='''Τρῑτωνίς:''' -[[ίδος]], ἡ, [[λίμνη]] στη [[Λιβύη]] περίφημη για τους αρχαίους ελλ. μύθους, σε Πίνδ., Ηρόδ.· πρβλ. [[Τριτογένεια]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''Τρῑτωνίς:''' ίδος (ῐδ) ἡ Тритонида (озеро в Ливии) Pind., Her. | |||
}} | }} |
Revision as of 14:40, 31 December 2018
English (LSJ)
ίδος, ἡ,
A Tritonis, a lake in Libya famous in old Greek legends, Pi.P.4.20, Hdt.4.178; cf. Τριτογένεια. 2 a spring in Arcadia, also connected by legends with the birth of Athena, Paus.8.26.6. II a name of Athena (cf. Τριτογένεια), A.R.1.109. III vase in the form of a Triton, PPetr.2p.54, prob. in 3p.113 (iii B. C.).
Greek (Liddell-Scott)
Τρῑτωνίς: -ίδος, ἡ, λίμνη ἐν Λιβύῃ περίφημος διὰ τοὺς ἀρχαίους περὶ αὐτῆς Ἑλληνικοὺς μύθους Πινδ. Π. 4. 36, Ἡρόδοτ. 4. 178· πρβλ. Τριτογένεια. 2) πηγὴ ἐν Ἀρκαδίᾳ σχετιζομένη μυθολογικῶς πρὸς τὴν γέννησιν τῆς Ἀθηνᾶς, Παυσ. 8. 26, 6. ΙΙ. ὄνομα τῆς Ἀθηνᾶς (πρβλ. Τριτογένεια), Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 109· ἴδε Müller Orchom. σ. 213, 355.
French (Bailly abrégé)
ίδος (ἡ) :
I. n. géogr.
1 Τριτωνὶς λίμνη le lac Tritonis en Libye;
2 ép. de Thèbes en Égypte;
3 source d’Arcadie;
II. n. de divinité la déesse du lac Tritonis, càd Athéna.
Étymologie: Τρίτων.
English (Slater)
Τρῑτωνίς f. adj.,
1 lake of the Triton in Libya “Τριτωνίδος ἐν προχοαῖς λίμνας” (P. 4.20)
Greek Monolingual
-ίδος, ή Α
1. προσωνυμία της θεάς Αθηνάς
2. ονομασία λίμνης στη Λιβύη
3. ονομασία πηγής στην Αρκαδία
4. ως προσηγ. παράσταση του Τρίτωνος σε κόσμημα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ., με σημ. «παράσταση του Τρίτωνος σε κόσμημα», καθώς και ως ονομ. λίμνης στη Λιβύη έχει σχηματιστεί < Τρίτων, -ωνος + κατάλ. -ίς, -ίδος (πρβλ. πλουτων-ίς). Εξάλλου, η λ., ως προσωνυμία της Αθηνάς, είναι υποκορ. σχηματισμός του τ. Τριτο-γένεια (πρβλ. Τριτώ), ενώ παρλλ. χρησιμοποιήθηκε και ως ονομ. μιας λίμνης στην Αρκαδία, η οποία, κατά μία παράδοση, σχετίζεται με τη γέννηση της θεάς και έχει δεχθεί την παρετυμολ. επίδραση της οικογένειας του Τρίτων].
Greek Monotonic
Τρῑτωνίς: -ίδος, ἡ, λίμνη στη Λιβύη περίφημη για τους αρχαίους ελλ. μύθους, σε Πίνδ., Ηρόδ.· πρβλ. Τριτογένεια.
Russian (Dvoretsky)
Τρῑτωνίς: ίδος (ῐδ) ἡ Тритонида (озеро в Ливии) Pind., Her.