σειρίς: Difference between revisions

From LSJ

ὡς οὐδὲν γλύκιον ἧς πατρίδος οὐδὲ τοκήων γίνεται, εἴ περ καί τις ἀπόπροθι πίονα οἶκον γαίῃ ἐν ἀλλοδαπῇ ναίει ἀπάνευθε τοκήων → More than all pleasures that were ever made parents and fatherland our life still bless. Though we rich home in a strange land possess, still the old memories about us cling.

Source
(6)
(4)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''σειρίς:''' -[[ίδος]], ἡ, υποκορ. του [[σειρά]] 2., σε Ξεν.
|lsmtext='''σειρίς:''' -[[ίδος]], ἡ, υποκορ. του [[σειρά]] 2., σε Ξεν.
}}
{{elru
|elrutext='''σειρίς:''' ίδος (ῐδ) ἡ веревочка Xen.
}}
}}

Revision as of 14:56, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σειρίς Medium diacritics: σειρίς Low diacritics: σειρίς Capitals: ΣΕΙΡΙΣ
Transliteration A: seirís Transliteration B: seiris Transliteration C: seiris Beta Code: seiri/s

English (LSJ)

ίδος, ἡ, Dim. of

   A σειρά 1.3, X.Cyn.9.13,14,15,19.

German (Pape)

[Seite 868] ίδος, ἡ, dim. von σειρά, kleines Seil, Band, Xen. Cyn. 9, 13; Poll. 5, 33.

Greek (Liddell-Scott)

σειρίς: -ίδος, ἡ, ὑποκορ. τοῦ σειρά II, Ξεν. Κυν. 9. 13, 14, 15, 19, Ἡσύχ. ― Ἴδε Κόντου Φιλολογ. Παρατηρήσεις ἐν Ἀθηνᾶς τ. Θ΄, σ. 83.

Greek Monotonic

σειρίς: -ίδος, ἡ, υποκορ. του σειρά 2., σε Ξεν.

Russian (Dvoretsky)

σειρίς: ίδος (ῐδ) ἡ веревочка Xen.