ποτικλίνω: Difference between revisions

From LSJ

ἡμῶν δ' ὅσα καὶ τὰ σώματ' ἐστὶ τὸν ἀριθμὸν καθ' ἑνός, τοσούτους ἔστι καὶ τρόπους ἰδεῖνwhatever number of persons there are, the same will be found the number of minds and of characters

Source
(6)
(4)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ποτῐκλίνω:''' Δωρ. αντί προσ-[[κλίνω]], σε Ομήρ. Οδ.
|lsmtext='''ποτῐκλίνω:''' Δωρ. αντί προσ-[[κλίνω]], σε Ομήρ. Οδ.
}}
{{elru
|elrutext='''ποτῐκλίνω:''' дор. = [[προσκλίνω]].
}}
}}

Revision as of 02:36, 1 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ποτικλίνω Medium diacritics: ποτικλίνω Low diacritics: ποτικλίνω Capitals: ΠΟΤΙΚΛΙΝΩ
Transliteration A: potiklínō Transliteration B: potiklinō Transliteration C: potiklino Beta Code: potikli/nw

English (LSJ)

   A = προσκλίνω, pf. Pass. -κέκλιται Od.6.308.

Greek (Liddell-Scott)

ποτικλίνω: Δωρ. ἀντὶ τοῦ προσκλίνω, Ὀδ. Ζ. 308.

English (Autenrieth)

ipf. προσέκλῖνε, pass. perf. ποτικέκλιται: lean against, τινί τυ; perf. pass., is placed or stands near. (Od.)

English (Slater)

ποτικλῑνω
   1 recline against στρωμνὰ δὲ χαράσσοισ' ἅπαν νῶτον ποτικεκλιμένον κεντεῖ (P. 1.28)

Greek Monolingual

Α
(επικ. και δωρ. τ.) προσκλίνω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ποτί, τ. ισοδύναμος του πρός + κλίνω.

Greek Monotonic

ποτῐκλίνω: Δωρ. αντί προσ-κλίνω, σε Ομήρ. Οδ.

Russian (Dvoretsky)

ποτῐκλίνω: дор. = προσκλίνω.