βουλευτήριον: Difference between revisions
καλῶς γέ μου τὸν υἱὸν ὦ Στιλβωνίδη εὑρὼν ἀπιόντ' ἀπὸ γυμνασίου λελουμένον οὐκ ἔκυσας, οὐ προσεῖπας, οὐ προσηγάγου, οὐκ ὠρχιπέδισας, ὢν ἐμοὶ πατρικὸς φίλος → Ah! Is this well done, Stilbonides? You met my son coming from the bath after the gymnasium and you neither spoke to him, nor kissed him, nor took him with you, nor ever once felt his balls. Would anyone call you an old friend of mine?
m (Text replacement - " " to "") |
m (Text replacement - " LXX " to " LXX ") |
||
Line 20: | Line 20: | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ου, τό<br /><b class="num">A</b> <b class="num">I</b>concr.<br /><b class="num">1</b> local [[edificio o sala del Consejo]], [[Consejo]] gener. (Θαλῆς) ἐκέλευε ἓν β. Ἴωνας ἐκτῆσθαι Hdt.1.170, cf. 7.148, ἀρχαῖσί τ' ἐπληροῦτο βουλευτήρια E.<i>Andr</i>.1097<br /><b class="num">•</b>del [[Consejo de Atenas]] ἡ ... βουλὴ εἰς τὸ β. ᾔει And.<i>Myst</i>.36, <i>IG</i> 1<sup>3</sup>.27.10, 105.33, 420.10 (todas V a.C.), Pl.<i>Grg</i>.452e, Lycurg.124, 126, D.18.169, <i>IIasos</i> 252.1 (III/II a.C.).<br /><b class="num">2</b> del [[Tribunal del Areópago]] ref. al lugar πληρουμένου ... τοῦδε βουλευτηρίου A.<i>Eu</i>.570<br /><b class="num">•</b>ref. a la institución δικαστῶν τοῦτο β. A.<i>Eu</i>.684, cf. 704.<br /><b class="num">3</b> equiv. al lat. <i>curia</i>, [[edificio o lugar de reunión del Senado]] en Roma, Plu.<i>Cic</i>.31, LXX 1<i>Ma</i>.8.19, App.<i>BC</i> 2.21, Hdn.5.5.7, <i>Cod.Iust</i>.1.4.34.10, 3.52.11, Iust.<i>Nou</i>.38 praef.1<br /><b class="num">•</b>fuera de Roma <i>POxy</i>.2228.32 (III d.C.)<br /><b class="num">•</b>de ahí [[Senado como institución]] οἱ ... μετέχοντες τοῦ βουλευτηρίου πατέρες ἔγγραφοι προσηγορεύθησαν D.H.2.12<br /><b class="num">•</b>[[senado]] o [[consejo]] local ἐκ συναινέσεως παντὸς τοῦ βουλευτηρίου <i>POxy</i>.2110.8, cf. 10 (IV d.C.), πάντες οἱ ἀπὸ τοῦ βουλευτηρίου <i>PAbinn</i>.18.14 (IV d.C.), cf. <i>PMerton</i> 90.10 (IV d.C.), τὰ βουλευτήρια διῴκουν τὰς πόλεις Lyd.<i>Mag</i>.1.28<br /><b class="num">•</b>fig., de la Iglesia τὸ κοινὸν τῶν ψυχῶν β. Basil.M.30.289B.<br /><b class="num">II</b> abstr. [[consejo]], [[deliberación]] (οἱ μνηστῆρες) συνῆλθον εἰς β. κοινόν Charito 1.2.1, βουλευτήρια ἐν πόλεσιν συγκροτεῖται Serap.<i>Ep.Mon</i>.M.40.932D.<br /><b class="num">B</b> ref. a pers. [[consejero]] ([[Ἀμφιάρεως]]) κακοῖσι βάζει πολλὰ Τυδέως βίαν ... κακῶν δ' Ἀδράστῳ τῶνδε β. (Anfiarao) ultraja al fuerte Tideo ... consejero de estas desgracias para Adrasto</i> A.<i>Th</i>.575, Σπάρτης ἔνοικοι, δόλια βουλευτήρια habitantes de Esparta, consejeros engañosos</i> E.<i>Andr</i>.446, δεσπότου πενέστου ῥυσὰ βουλευτήρια arrugados consejeros de un siervo-señor</i> Theopomp.Com.75 (parod. trág.). | |dgtxt=-ου, τό<br /><b class="num">A</b> <b class="num">I</b>concr.<br /><b class="num">1</b> local [[edificio o sala del Consejo]], [[Consejo]] gener. (Θαλῆς) ἐκέλευε ἓν β. Ἴωνας ἐκτῆσθαι Hdt.1.170, cf. 7.148, ἀρχαῖσί τ' ἐπληροῦτο βουλευτήρια E.<i>Andr</i>.1097<br /><b class="num">•</b>del [[Consejo de Atenas]] ἡ ... βουλὴ εἰς τὸ β. ᾔει And.<i>Myst</i>.36, <i>IG</i> 1<sup>3</sup>.27.10, 105.33, 420.10 (todas V a.C.), Pl.<i>Grg</i>.452e, Lycurg.124, 126, D.18.169, <i>IIasos</i> 252.1 (III/II a.C.).<br /><b class="num">2</b> del [[Tribunal del Areópago]] ref. al lugar πληρουμένου ... τοῦδε βουλευτηρίου A.<i>Eu</i>.570<br /><b class="num">•</b>ref. a la institución δικαστῶν τοῦτο β. A.<i>Eu</i>.684, cf. 704.<br /><b class="num">3</b> equiv. al lat. <i>curia</i>, [[edificio o lugar de reunión del Senado]] en Roma, Plu.<i>Cic</i>.31, [[LXX]] 1<i>Ma</i>.8.19, App.<i>BC</i> 2.21, Hdn.5.5.7, <i>Cod.Iust</i>.1.4.34.10, 3.52.11, Iust.<i>Nou</i>.38 praef.1<br /><b class="num">•</b>fuera de Roma <i>POxy</i>.2228.32 (III d.C.)<br /><b class="num">•</b>de ahí [[Senado como institución]] οἱ ... μετέχοντες τοῦ βουλευτηρίου πατέρες ἔγγραφοι προσηγορεύθησαν D.H.2.12<br /><b class="num">•</b>[[senado]] o [[consejo]] local ἐκ συναινέσεως παντὸς τοῦ βουλευτηρίου <i>POxy</i>.2110.8, cf. 10 (IV d.C.), πάντες οἱ ἀπὸ τοῦ βουλευτηρίου <i>PAbinn</i>.18.14 (IV d.C.), cf. <i>PMerton</i> 90.10 (IV d.C.), τὰ βουλευτήρια διῴκουν τὰς πόλεις Lyd.<i>Mag</i>.1.28<br /><b class="num">•</b>fig., de la Iglesia τὸ κοινὸν τῶν ψυχῶν β. Basil.M.30.289B.<br /><b class="num">II</b> abstr. [[consejo]], [[deliberación]] (οἱ μνηστῆρες) συνῆλθον εἰς β. κοινόν Charito 1.2.1, βουλευτήρια ἐν πόλεσιν συγκροτεῖται Serap.<i>Ep.Mon</i>.M.40.932D.<br /><b class="num">B</b> ref. a pers. [[consejero]] ([[Ἀμφιάρεως]]) κακοῖσι βάζει πολλὰ Τυδέως βίαν ... κακῶν δ' Ἀδράστῳ τῶνδε β. (Anfiarao) ultraja al fuerte Tideo ... consejero de estas desgracias para Adrasto</i> A.<i>Th</i>.575, Σπάρτης ἔνοικοι, δόλια βουλευτήρια habitantes de Esparta, consejeros engañosos</i> E.<i>Andr</i>.446, δεσπότου πενέστου ῥυσὰ βουλευτήρια arrugados consejeros de un siervo-señor</i> Theopomp.Com.75 (parod. trág.). | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm |
Revision as of 15:15, 20 June 2022
English (LSJ)
τό, A council-chamber, seat of a βουλή, Hdt.1.170, A.Eu.570,684, E.Andr.1097, And.1.36, D.18.169, Pl.Grg.452e, Michel1203 (Iasos), etc.; = Lat. curia, Plu.Cic.31, Hdn.5.5.7. II Council, Senate, D.H.2.12; of local βουλαί, PLond. 2.408.14 (iv A. D.), etc.; of individuals, δόλια βουλευτήρια treacherous counsellor, E.Andr.446; ῥυσὰ β. Theopomp. Com. 75 (paratrag.).
German (Pape)
[Seite 457] τό, Rathhaus, Aesch. δικαστῶν Eum. 684; Eur. Andr. 1097; Her. 8, 148; Plat. Gorg. 452 e u. öfter, wie Folgde, z. B. Andoc. 1, 95; Plut. Thes. 24; Rathsversammlung D. Hal. 2, 12; Rathgeber Eur. Andr. 446.
Greek (Liddell-Scott)
βουλευτήριον: τό, = βουλεῖον, τόπος ἐν ᾧ συνέρχονται οἱ βουλευταί, τόπος συνδιασκέψεως, Λατ. curia, Ἡρόδ. 1. 170, Αἰσχύλ. Εὐμ. 570, 684, Εὐρ. Ἀνδρ. 1097, Ἀνδοκ. 6. 3, Δημ., κ. ἄλλ.· ― ἡ Ρωμαϊκὴ curia, Ἡρῳδιαν. 5. 5, 12. ΙΙ. αὐτὴ ἡ βουλή, τὸ σύνολον τῶν βουλευτῶν ὡς σωματεῖον, Διον. Ἁλ. 2. 12· ἐπὶ προσώπων, ἀτόμων, δόλια βουλευτήρια, δόλιοι, ἄπιστοι σύμβουλοι, Εὐρ. Ἀνδρ. 446· ῥυσὰ β. Θεόπομπ. Κωμ. ἐν Ἀδήλ. 6.
French (Bailly abrégé)
ου (τό) :
1 palais ou salle du conseil;
2 poét. le conseiller.
Étymologie: βουλεύω.
Spanish (DGE)
-ου, τό
A Iconcr.
1 local edificio o sala del Consejo, Consejo gener. (Θαλῆς) ἐκέλευε ἓν β. Ἴωνας ἐκτῆσθαι Hdt.1.170, cf. 7.148, ἀρχαῖσί τ' ἐπληροῦτο βουλευτήρια E.Andr.1097
•del Consejo de Atenas ἡ ... βουλὴ εἰς τὸ β. ᾔει And.Myst.36, IG 13.27.10, 105.33, 420.10 (todas V a.C.), Pl.Grg.452e, Lycurg.124, 126, D.18.169, IIasos 252.1 (III/II a.C.).
2 del Tribunal del Areópago ref. al lugar πληρουμένου ... τοῦδε βουλευτηρίου A.Eu.570
•ref. a la institución δικαστῶν τοῦτο β. A.Eu.684, cf. 704.
3 equiv. al lat. curia, edificio o lugar de reunión del Senado en Roma, Plu.Cic.31, LXX 1Ma.8.19, App.BC 2.21, Hdn.5.5.7, Cod.Iust.1.4.34.10, 3.52.11, Iust.Nou.38 praef.1
•fuera de Roma POxy.2228.32 (III d.C.)
•de ahí Senado como institución οἱ ... μετέχοντες τοῦ βουλευτηρίου πατέρες ἔγγραφοι προσηγορεύθησαν D.H.2.12
•senado o consejo local ἐκ συναινέσεως παντὸς τοῦ βουλευτηρίου POxy.2110.8, cf. 10 (IV d.C.), πάντες οἱ ἀπὸ τοῦ βουλευτηρίου PAbinn.18.14 (IV d.C.), cf. PMerton 90.10 (IV d.C.), τὰ βουλευτήρια διῴκουν τὰς πόλεις Lyd.Mag.1.28
•fig., de la Iglesia τὸ κοινὸν τῶν ψυχῶν β. Basil.M.30.289B.
II abstr. consejo, deliberación (οἱ μνηστῆρες) συνῆλθον εἰς β. κοινόν Charito 1.2.1, βουλευτήρια ἐν πόλεσιν συγκροτεῖται Serap.Ep.Mon.M.40.932D.
B ref. a pers. consejero (Ἀμφιάρεως) κακοῖσι βάζει πολλὰ Τυδέως βίαν ... κακῶν δ' Ἀδράστῳ τῶνδε β. (Anfiarao) ultraja al fuerte Tideo ... consejero de estas desgracias para Adrasto A.Th.575, Σπάρτης ἔνοικοι, δόλια βουλευτήρια habitantes de Esparta, consejeros engañosos E.Andr.446, δεσπότου πενέστου ῥυσὰ βουλευτήρια arrugados consejeros de un siervo-señor Theopomp.Com.75 (parod. trág.).
Greek Monotonic
βουλευτήριον: τό (βουλεύω),
I. χώρος των συνεδριάσεων, χώρος συγκέντρωσης και αγόρευσης των βουλευτών, Λατ. curia, σε Ηρόδ., Αττ.
II. η ίδια η βουλή, το σύνολο του βουλευτικού σώματος· και ποιητ., σύμβουλος, σε Ευρ.
Russian (Dvoretsky)
βουλευτήριον: τό
1) совещательный орган, совет, преимущ. Государственный Aesch., Eur., Her., Plat., Arst., Dem., Plut.;
2) советник (Σπάρτης ἔνοικοι - δόλια βουλευτήρια Eur.).
Middle Liddell
βουλεύω
I. a council-chamber, senate-house, Lat. curia, Hdt., attic
II. the council or senate itself: and poet. a counsellor, Eur.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
βουλευτήριον -ου, τό βουλεύω
1. raadsgebouw; in Rome curia.
2. poët., concr. raadgever :. Σπάρτης ἔνοικοι, δόλια βουλευτήρια bewoners van Sparta, verraderlijke raadgevers Eur. Andr. 446.