ἴττω: Difference between revisions
Θεοῦ πέφυκε δῶρον εὐγνώμων τρόπος → Donum divinum est bona mens et mores probi → Ein göttliches Geschenk ist einsichtsvolle Art
m (Text replacement - " esp. in " to " especially in ") Tags: Mobile edit Mobile web edit |
Tags: Mobile edit Mobile web edit |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἴττω''': Βοιωτ. ἀντὶ [[ἴστω]], γ΄ ἑνικ. προστ. τοῦ [[οἶδα]], ἰδίως ἐν τῇ φράσει [[ἴττω]] Ζεύς, ἔστω [[μάρτυς]] ὁ Ζεύς, λέγει Κέβης ὁ Θηβαῖος ἐν Πλάτ. Φαίδ. 62 Α· Θήβαθεν [[ἴττω]] [[Ζεὺς]] καὶ [[ἴττω]] [[Ἡρακλῆς]], λέγει ὁ Βοιωτὸς ἐν Ἀριστοφ. Ἀχ. 911, 860· πρβλ. Πλάτ. Ἐπιστ. 345Α, Valck. εἰς Εὐρ. Φοιν. 1671 (1677), καὶ ἴδε τὴν λέξιν ἴστωρ. | |lstext='''ἴττω''': Βοιωτ. ἀντὶ [[ἴστω]], γ΄ ἑνικ. προστ. τοῦ [[οἶδα]], ἰδίως ἐν τῇ φράσει [[ἴττω]] Ζεύς, ἔστω [[μάρτυς]] ὁ Ζεύς, λέγει Κέβης ὁ Θηβαῖος ἐν Πλάτ. Φαίδ. 62 Α· Θήβαθεν [[ἴττω]] [[Ζεύς|Ζεὺς]] καὶ [[ἴττω]] [[Ἡρακλῆς]], λέγει ὁ Βοιωτὸς ἐν Ἀριστοφ. Ἀχ. 911, 860· πρβλ. Πλάτ. Ἐπιστ. 345Α, Valck. εἰς Εὐρ. Φοιν. 1671 (1677), καὶ ἴδε τὴν λέξιν ἴστωρ. | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly |
Revision as of 10:26, 30 July 2022
English (LSJ)
Boeot. for ἴστω, 3sg. imper. of οἶδα, especially in phrase ἴττω Ζεύς Zeus A be witness! says Cebes the Theban in Pl.Phd.62a; Θήβαθεν ἴττω Δεύς, and ἴττω Ἡρακλῆς, says the Boeotian in Ar.Ach.911,860, cf. Pl.Ep.345a.
German (Pape)
[Seite 1274] böot. = ἴστω, imperat. von οἶδα; ἴττω Ζεύς, ἴττω Ἡρακλῆς, Ar. Ach. 910; vgl. Plat. Epist. VII, 345 a.
Greek (Liddell-Scott)
ἴττω: Βοιωτ. ἀντὶ ἴστω, γ΄ ἑνικ. προστ. τοῦ οἶδα, ἰδίως ἐν τῇ φράσει ἴττω Ζεύς, ἔστω μάρτυς ὁ Ζεύς, λέγει Κέβης ὁ Θηβαῖος ἐν Πλάτ. Φαίδ. 62 Α· Θήβαθεν ἴττω Ζεὺς καὶ ἴττω Ἡρακλῆς, λέγει ὁ Βοιωτὸς ἐν Ἀριστοφ. Ἀχ. 911, 860· πρβλ. Πλάτ. Ἐπιστ. 345Α, Valck. εἰς Εὐρ. Φοιν. 1671 (1677), καὶ ἴδε τὴν λέξιν ἴστωρ.
French (Bailly abrégé)
3ᵉ sg. impér. pf. béot. de *εἴδω.
Greek Monolingual
ἴττω (Α)
(βοιωτ. τ. του γ' εν. προστ. του οἶδα αντί ἴστω, ειδ. ως όρκος) ας γνωρίζει, δηλ. ας είναι μάρτυρας (α. «ἴττω Ζεύς», Πλάτ.
β. «ἴττω Ἡρακλῆς», Αριστοφ.).
Greek Monotonic
ἴττω: Βοιωτ. αντί ἴστω, γʹ ενικ. προστ. του οἶδα· ἴττω Ζεύς, ο Δίας ας είναι μάρτυρας! μάρτυράς μου ο Δίας!, σε Αριστοφ., Πλάτ.
Russian (Dvoretsky)
ἴττω: (= ἴστω) беот. (3 л. sing. imper. к *εἴδω) пусть знает: ἴ. Ζεύς! Plat., Xen. Зевс свидетель!, клянусь Зевсом!
Middle Liddell
[Boeot. for ἴστω, 3rd sg. imperat. of οἶδα
ἴττω Ζεύς Zeus be witness! Ar., Plat.