σχαστηρία: Difference between revisions

From LSJ

ὃ σὺ μισεῖς ἑτέρῳ μὴ ποιήσεις → don't do to others what you don't want them to do to you

Source
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
mNo edit summary
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=schastiria
|Transliteration C=schastiria
|Beta Code=sxasthri/a
|Beta Code=sxasthri/a
|Definition=ἡ, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[trigger]], [[release-mechanism]], <span class="bibl">Arist.<span class="title">Mu.</span>398b15</span>, <span class="bibl">Ph. <span class="title">Bel.</span>74.27</span>, <span class="bibl">Hero <span class="title">Aut.</span>13.9</span>, <span class="bibl"><span class="title">Bel.</span>78.3</span>, <span class="bibl">Plb.8.5.10</span>, <span class="bibl">8.6.3</span>, <span class="bibl">Apollod.<span class="title">Poliorc.</span> 188.7</span>; [[trigger]] (worked by the foot) of a mechanism (cf. [[ὕσπληξ]]) for starting a race, Gal.18(1).438. </span><span class="sense"><span class="bld">II</span> perhaps [[curtain-releasing mechanism]], or [[curtain-rod]], κατασκευάσαντι σ. χαλκᾶς εἰς τὸν νεὼ τοῦ Ἀσκληπιοῦ . . καὶ τῷ ἐνέντι τὰς σ. εἰς τὸν νεώ <span class="title">Inscr.Délos</span> 372 <span class="title">A</span> 110 (iii B.C.); <b class="b3">κίρκων καὶ σχαστηριῶν</b> ib.320 <span class="title">B</span>67 (iii B.C.). </span><span class="sense"><span class="bld">III</span> pl., [[attachments for relaxing]] the pressure of a surgical noose, Heraclas ap. <span class="bibl">Orib.48.7.3</span>. </span><span class="sense"><span class="bld">IV</span> place-name in <span class="title">IG</span>22.2776.17,203.</span>
|Definition=ἡ,<br><span class="bld">A</span> [[trigger]], [[release mechanism]], Arist.''Mu.''398b15, Ph. ''Bel.''74.27, Hero ''Aut.''13.9, ''Bel.''78.3, Plb.8.5.10, 8.6.3, Apollod.''Poliorc.'' 188.7; [[trigger]] (worked by the foot) of a mechanism (cf. [[ὕσπληξ]]) for starting a [[race]], Gal.18(1).438.<br><span class="bld">II</span> perhaps [[curtain-releasing mechanism]], or [[curtain rod]], κατασκευάσαντι σ. χαλκᾶς εἰς τὸν νεὼ τοῦ Ἀσκληπιοῦ . . καὶ τῷ ἐνέντι τὰς σ. εἰς τὸν νεώ ''Inscr.Délos'' 372 ''A'' 110 (iii B.C.); <b class="b3">κίρκων καὶ σχαστηριῶν</b> ib.320 ''B''67 (iii B.C.).<br><span class="bld">III</span> pl., [[attachments for relaxing]] the [[pressure]] of a [[surgical]] [[noose]], Heraclas ap. Orib.48.7.3.<br><span class="bld">IV</span> place-name in ''IG''22.2776.17,203.
}}
}}
{{pape
{{pape

Revision as of 17:45, 1 January 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σχαστηρία Medium diacritics: σχαστηρία Low diacritics: σχαστηρία Capitals: ΣΧΑΣΤΗΡΙΑ
Transliteration A: schastēría Transliteration B: schastēria Transliteration C: schastiria Beta Code: sxasthri/a

English (LSJ)

ἡ,
A trigger, release mechanism, Arist.Mu.398b15, Ph. Bel.74.27, Hero Aut.13.9, Bel.78.3, Plb.8.5.10, 8.6.3, Apollod.Poliorc. 188.7; trigger (worked by the foot) of a mechanism (cf. ὕσπληξ) for starting a race, Gal.18(1).438.
II perhaps curtain-releasing mechanism, or curtain rod, κατασκευάσαντι σ. χαλκᾶς εἰς τὸν νεὼ τοῦ Ἀσκληπιοῦ . . καὶ τῷ ἐνέντι τὰς σ. εἰς τὸν νεώ Inscr.Délos 372 A 110 (iii B.C.); κίρκων καὶ σχαστηριῶν ib.320 B67 (iii B.C.).
III pl., attachments for relaxing the pressure of a surgical noose, Heraclas ap. Orib.48.7.3.
IV place-name in IG22.2776.17,203.

German (Pape)

[Seite 1053] ἡ, ein Seil, das vor den Eingang der Rennbahn gezogen war und niedergelassen wurde, wenn die Wettrenner, -reiter, -fahrer auslaufen sollten; auch ein bloßer Strich, der die Gränze der Rennbahn am Anfange bezeichnet; auch das Seil an einer Rolle, womit Etwas plötzlich heruntergelassen oder herausgezogen wird; Arist. de mund. 6, 12; Pol. 8, 7, 10. 8, 3; Mathem. vett.

Russian (Dvoretsky)

σχαστηρία:канат (на блоке, колесе и т. п.) канатная передача Arst., Polyb.

Greek (Liddell-Scott)

σχαστηρία: ἡ, (σχάζω) δηλ. σχοῖνος, σχοινίον τὸ ὁποῖον χαλαροῦσι κατὰ τὴν ἔναρξιν τοῦ ἀγῶνος ἐν τῷ ἱπποδρομίῳ ἢ τῷ σταδίῳ Γαλην. 12. 338Α, πρβλ. χαλαστήρια. ΙΙ. τροχαλία, Πολύβ. 8. 7, 10., 8. 3. ΙΙΙ. διὰ μιᾶς ὀργάνου σχαστηρίας, διὰ μιᾶς κινήσεως τῆς μηχανῆς, Ἀριστ. π. Κόσμ. 6, 14.

Greek Monolingual

η, ΝΑ
νεοελλ.
στρ. εξάρτημα του επικρουστήρα τών φορητών όπλων με το οποίο συγκρατείται αυτός σε θέση όπλισης με αγκίστρωση
αρχ.
1. είδος τροχοπέδης
2. (στο ιπποδρόμιο ή στο στάδιο) σχοινί τεντωμένο το οποίο με την απότομη χαλάρωσή του έδινε το σημείο εκκίνησης
3. πιθ. ράβδος του παραπετάσματος ή είδος μηχανισμού με το οποίο χαλαρώνονταν οι κουρτίνες
4. λαβές κατάλληλες για τη χαλάρωση της πίεσης χειρουργικού βρόχου
5. φρ. «διὰ μιᾱς ὀργάνου σχαστηρίας» — με μια κίνηση της μηχανής (Αριστοτ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < σχάζω + επίθημα -τηρία (πρβλ. βακ-τηρία, στυπ-τηρία)].