ἀμφισβήτησις: Difference between revisions
περὶ οὐδὲν γὰρ οὕτως ὑπάρχει τῶν ἀνθρωπίνων ἔργων βεβαιότης ὡς περὶ τὰς ἐνεργείας τὰς κατ' ἀρετήν → since none of man's functions possess the quality of permanence so fully as the activities in conformity with virtue
(6_8) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀμφισβήτησις''': -εως, ἡ, [[φιλονεικία]], [[συζήτησις]], [[ἔρις]], [[ἀντιλογία]], ἀμφ. γίγνεται (ἢ ἐστί) [[περί]] τινος Πλάτ. Φίληβ. 15Α, Πολ. 533D· ἀμφ. Δελφῶν πρὸς Ἀμφισσεῖς [[ὑπὲρ]] τῶν ὅρων Συλλ. Ἐπιγρ. 1711· ἀμφισβήτησιν ὑπολείπειν, ὑπολ. ἀφορμὴν πρὸς ἀμφισβήτησιν, Ἀντιφῶν 131. 17· ἀμφ. ποιεῖν Λυσ. 148. 30· ἀμφισβήτησιν ἔχει, ἐπιδέχεται ἀμφιβολίαν, συζήτησιν, Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 10. 1, 2· ἀμφ. ἔσται, τίνας ἄρχειν δεῖ ὁ αὐτ. Πολιτικ. 3. 13, 5· ἀμφισβητήσεις [γίγνονται] μὴ βλαβερὸν [[εἶναι]] τι ὁ αὐτ. Ρητ. 3. 16, 6, κτλ. 2) ὡς ὅρος δικαν. τοῦ Ἀττικοῦ δικαίου, τὸ ἐγείρειν ἀξιώσεις ἐπί τινος κληρονομίας (ἴδε [[ἀμφισβητέω]] Ι. 3. β), Ἰσαῖος 56. 27. | |lstext='''ἀμφισβήτησις''': -εως, ἡ, [[φιλονεικία]], [[συζήτησις]], [[ἔρις]], [[ἀντιλογία]], ἀμφ. γίγνεται (ἢ ἐστί) [[περί]] τινος Πλάτ. Φίληβ. 15Α, Πολ. 533D· ἀμφ. Δελφῶν πρὸς Ἀμφισσεῖς [[ὑπὲρ]] τῶν ὅρων Συλλ. Ἐπιγρ. 1711· ἀμφισβήτησιν ὑπολείπειν, ὑπολ. ἀφορμὴν πρὸς ἀμφισβήτησιν, Ἀντιφῶν 131. 17· ἀμφ. ποιεῖν Λυσ. 148. 30· ἀμφισβήτησιν ἔχει, ἐπιδέχεται ἀμφιβολίαν, συζήτησιν, Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 10. 1, 2· ἀμφ. ἔσται, τίνας ἄρχειν δεῖ ὁ αὐτ. Πολιτικ. 3. 13, 5· ἀμφισβητήσεις [γίγνονται] μὴ βλαβερὸν [[εἶναι]] τι ὁ αὐτ. Ρητ. 3. 16, 6, κτλ. 2) ὡς ὅρος δικαν. τοῦ Ἀττικοῦ δικαίου, τὸ ἐγείρειν ἀξιώσεις ἐπί τινος κληρονομίας (ἴδε [[ἀμφισβητέω]] Ι. 3. β), Ἰσαῖος 56. 27. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=εως (ἡ) :<br /><b>1</b> contestation;<br /><b>2</b> sujet de contestation, question controversée.<br />'''Étymologie:''' [[ἀμφισβητέω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:41, 9 August 2017
English (LSJ)
εως, ἡ,
A dispute, controversy, ἀ. γίγνεται, ἔστι περί τινος, Pl.Phlb.15a, R.533d; ἀ. Δελφῶν πρὸς Ἀμφισσεῖς ὑπὲρ τῶν ὅρων CIG1711 (Delph., i A.D.); ἀμφισβήτησιν ὑπολείπειν leave room for dispute, Antipho 5.16; ἀμφισβήτησιν ἔχει it admits of question, Arist.EN1100a18, etc.; ἀ. ἔσται, τίνας ἄρχειν δεῖ Pol.1283b3; ἀμφις βητήσεις [εἰσίν], c. acc. et inf., Rh.1417a8; ἐξ ὧν ἡ πόλις συνέστηκεν, ἐν τούτοις ποιεῖσθαι τὴν ἀ. make a claim, Pol.1283a15, etc. 2 as Att. law-term, claim to an inheritance, ἀ. ποιεῖσθαι Lys.17.5, cf Is. 6.4, D.48.26.
German (Pape)
[Seite 144] ἡ, Streit, Zweifel, γίγνεται περί τινος Plat. Phil. 15 a; Soph. 231 a; περί τινός ἐστι Rep. VII, 533 d; πολλὴν ἀμφισβήτησιν ἔχει (τὰ πράγματα) Arist. Nic. Eth. 10, 1, 2, es ist sehr zweifelhaft; ἀμφισβήτησιν ὑπολείπειν Antiph. 5, 16.
Greek (Liddell-Scott)
ἀμφισβήτησις: -εως, ἡ, φιλονεικία, συζήτησις, ἔρις, ἀντιλογία, ἀμφ. γίγνεται (ἢ ἐστί) περί τινος Πλάτ. Φίληβ. 15Α, Πολ. 533D· ἀμφ. Δελφῶν πρὸς Ἀμφισσεῖς ὑπὲρ τῶν ὅρων Συλλ. Ἐπιγρ. 1711· ἀμφισβήτησιν ὑπολείπειν, ὑπολ. ἀφορμὴν πρὸς ἀμφισβήτησιν, Ἀντιφῶν 131. 17· ἀμφ. ποιεῖν Λυσ. 148. 30· ἀμφισβήτησιν ἔχει, ἐπιδέχεται ἀμφιβολίαν, συζήτησιν, Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 10. 1, 2· ἀμφ. ἔσται, τίνας ἄρχειν δεῖ ὁ αὐτ. Πολιτικ. 3. 13, 5· ἀμφισβητήσεις [γίγνονται] μὴ βλαβερὸν εἶναι τι ὁ αὐτ. Ρητ. 3. 16, 6, κτλ. 2) ὡς ὅρος δικαν. τοῦ Ἀττικοῦ δικαίου, τὸ ἐγείρειν ἀξιώσεις ἐπί τινος κληρονομίας (ἴδε ἀμφισβητέω Ι. 3. β), Ἰσαῖος 56. 27.
French (Bailly abrégé)
εως (ἡ) :
1 contestation;
2 sujet de contestation, question controversée.
Étymologie: ἀμφισβητέω.