οἴκοι: Difference between revisions
Ἱερὸν ἀληθῶς ἐστιν ἡ συμβουλία → Consilia dare, res prorsus et vere sacra est → Ein Heiligtum ist in der Tat ein guter Rat
(Bailly1_4) |
(sl1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=<i>adv. sans mouv.</i><br /><b>1</b> à la maison;<br /><b>2</b> dans son propre pays.<br />'''Étymologie:''' locatif de [[οἶκος]]. | |btext=<i>adv. sans mouv.</i><br /><b>1</b> à la maison;<br /><b>2</b> dans son propre pays.<br />'''Étymologie:''' locatif de [[οἶκος]]. | ||
}} | |||
{{Slater | |||
|sltr=[[οἴκοι]]<br /> <b>1</b>at [[home]], in [[one]]'s [[own]] [[country]] “εἰ γὰρ [[οἴκοι]] νιν [[βάλε]]” (P. 4.43) [[οἴκοι]] δὲ [[πρόσθεν]] ἁρπαλέαν δόσιν ἐπάγαγες (P. 8.65) ὀκτὼ στεφάνοις ἔμιχθεν [[ἤδη]], ἑπτὰ δ' ἐν Νεμέᾳ, τὰ δ [[οἴκοι]] μάσσον ἀριθμοῦ, Διὸς ἀγῶνι (N. 2.23) ἅλικας δ' ἐλθόντας [[οἴκοι]] τ ἐκράτει Νίσου τ ἐν εὐαγκεῖ λόφῳ (N. 5.45) | |||
}} | }} |
Revision as of 12:19, 17 August 2017
English (LSJ)
Adv. (old loc. of οἶκος)
A at home, in the house, οὔ νυ καὶ ὑμῖν οἴ. ἔνεστι γόος . .; Il.24.240 ; οἴ. βέλτερον εἶναι Hes.Op.365, etc. ; τὰ οἴ. one's domestic affairs, X.Cyr.6.1.42 ; home products, Pl.R.371a ; ἡ οἴ. δίαιτα S.OC352 ; ἡ δ' οἴ. (sc. πόλις) one's own country, ib.759 ; αἱ οἴ. τιμαί Isoc.Ep.4.7. 2 = οἴκαδε 1, Zos.2.27.2.
Greek (Liddell-Scott)
οἴκοι: Ἐπίρρ. ἐν τῷ οἴκω, Λατ. domi (πρβλ. οἴκοθι), οὔ νυ καὶ ὑμῖν οἴκοι ἔνεστι γόος... Ἰλ. Ω. 240, πρβλ. Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 363, κτλ.· τὰ οἴκοι, αἱ οἰκιακαὶ ὑποθέσεις, Ξεν. Κύρ. 6. 1, 42, Πλάτ. Πολ. 371Α· οὕτως, ἡ οἴκοι δίαιτα Σοφ. Ο. Κ. 352· ἡ δ’ οἴκοι (ἐξυπακ. πόλις), ἡ πατρίς, αὐτόθι 759· αἱ οἴκοι τιμαὶ Ἰσοκρ. 414Ε. Πρβλ. οἴκει. 2) = οἴκαδε, ἀπαγαγεῖν Ζώσιμος 27, 11.
French (Bailly abrégé)
adv. sans mouv.
1 à la maison;
2 dans son propre pays.
Étymologie: locatif de οἶκος.
English (Slater)
οἴκοι
1at home, in one's own country “εἰ γὰρ οἴκοι νιν βάλε” (P. 4.43) οἴκοι δὲ πρόσθεν ἁρπαλέαν δόσιν ἐπάγαγες (P. 8.65) ὀκτὼ στεφάνοις ἔμιχθεν ἤδη, ἑπτὰ δ' ἐν Νεμέᾳ, τὰ δ οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ, Διὸς ἀγῶνι (N. 2.23) ἅλικας δ' ἐλθόντας οἴκοι τ ἐκράτει Νίσου τ ἐν εὐαγκεῖ λόφῳ (N. 5.45)