Κυκλειών
From LSJ
κράτιστοι δ᾽ ἂν τὴν ψυχὴν δικαίως κριθεῖεν οἱ τά τε δεινὰ καὶ ἡδέα σαφέστατα γιγνώσκοντες καὶ διὰ ταῦτα μὴ ἀποτρεπόμενοι ἐκ τῶν κινδύνων → the bravest are surely those who have the clearest vision of what is before them, glory and danger alike, and yet notwithstanding, go out to meet it | and they are most rightly reputed valiant who, though they perfectly apprehend both what is dangerous and what is easy, are never the more thereby diverted from adventuring
English (LSJ)
ῶνος, ὁ, name of month at Ceos, Ath.Mitt.49.138 (iv B.C.).
Greek Monolingual
Κυκλειών, -ῶνος, ὁ (Α) ονομασία μήνα στην Κέα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κύκλος + επίθημα -ιών, που απαντά συχνά σε ονομασίες μηνών (πρβλ. Ανθεστηρ-ιών, Ελαφηβολ-ιών)
το -ει- του τ. κατ' επίδραση του Κύκλεια, ονομασία γιορτής].