οἴκοθι
Κινδυνεύουσι γὰρ ὅσοι τυγχάνουσιν ὀρθῶς ἁπτόμενοι φιλοσοφίας λεληθέναι τοὺς ἄλλους ὅτι οὐδὲν ἄλλο αὐτοὶ ἐπιτηδεύουσιν ἢ ἀποθνῄσκειν τε καὶ τεθνάναι → Actually, the rest of us probably haven't realized that those who manage to pursue philosophy as it should be pursued are practicing nothing else but dying and being dead (Socrates via Plato, Phaedo 64a.5)
English (LSJ)
Ep. for οἴκοι, Adv.
A at home, ὥς τις… βέλος καὶ οἴ. πέσσῃ Il.8.513 ; εἰ τάδε ἕστο περὶ χροῒ οἴκοθ' Ὀδυσσεύς Od.19.237 ; τοιαῦτα .. οἴ. κεῖται 21.398.
Greek (Liddell-Scott)
οἴκοθῐ: Ἐπικ. ἀντὶ οἴκοι, ὡς ὅθι, πόθι ἀντὶ οἷ, ποῖ, ἐπίρρ., κατ’ οἶκον, ὥς τις... βέλος καὶ οἴκοθι πέσση, θεραπεύῃ ἐν τῷ οἴκῳ τὸ βεβλημένον μέρος, δηλ. τὸ τραῦμα, Ἰλ. Θ. 513· ἢ τάδε ἕστο περὶ χροῒ οἴκοθ’ Ὀδυσσεὺς Ὀδ. Τ. 237· τοιαῦτα... οἴκ. κεῖται Φ. 398. [ι δυνατὸν νὰ πάθῃ ἔκθλιψιν, ἴδε ἀνωτ.].
French (Bailly abrégé)
c. οἴκοι.
Étymologie: οἶκος, -θι.
English (Autenrieth)
Greek Monolingual
οἴκοθι (Α)
επίρρ. (επικ. τ.) οίκοι, κατ' οίκον.
[ΕΤΥΜΟΛ. < οἶκος + επιρρμ. κατάλ. -θι (πρβλ. θύρα-θι, ουρανό-θι)].
Greek Monotonic
οἴκοθῐ: Επικ. αντί οἴκοι, επίρρ., στο σπίτι, κατ' οίκον, σε Όμηρ.
Russian (Dvoretsky)
οἴκοθῐ: эп. adv. = οἴκοι.