μαρικᾶς
καὶ ἤδη γε ἄπειμι παρὰ τὸν ἑταῖρον Κλεινίαν, ὅτι πυνθάνομαι χρόνου ἤδη ἀκάθαρτον εἶναι αὐτῷ τὴν γυναῖκα καὶ ταύτην νοσεῖν, ὅτι μὴ ῥεῖ. ὥστε οὐκέτι οὐδ' ἀναβαίνει αὐτήν, ἀλλ' ἄβατος καὶ ἀνήροτός ἐστιν → and now I depart for my companion, Cleinias since I have learned that for some time now his wife is unclean and she is ill because she does not flow, therefore he no longer sleeps with her but she is unavailable and untilled
English (LSJ)
ὁ, a foreign word for homosexual (κίναιδος), Hsch.; under this name Eupolis attacked Hyperbolus, Ar.Nu.553.
Greek (Liddell-Scott)
μαρικᾶς: ὁ, ξενικὴ λέξις δηλοῦσα κίναιδον, κατὰ τὸν Ἡσύχ.· διὰ τούτου τοῦ ὀνόματος ὁ Εὔπολις προβάλλει τὸν Ὑπέρβολον, Ἀριστοφ. Νεφ. 553, πρβλ. Meineke εἰς Κωμ. Ἀποσπ. 1, σ. 137· - κατά τινας ἡ λέξις σημαίνει: «ὑποκόρισμα παιδίου ἄρρενος βαρβαρικοῦ» Ἡσύχ. ἐν λ.
Greek Monolingual
μαρικᾱς, ὁ (Α)
ο κίναιδος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Πιθ. δάνειο από το ιραν. maryaka-].