νεβροχίτων
From LSJ
Σκηνὴ πᾶς ὁ βίος καὶ παίγνιον: ἢ μάθε παίζειν, τὴν σπουδὴν μεταθείς, ἢ φέρε τὰς ὀδύνας → All life is a stage and a play: either learn to play laying your gravity aside, or bear with life's pains.
English (LSJ)
[ῐ], ὁ, ἡ, gen. ωνος, A clad in a νεβρίς, Simm.15.
German (Pape)
[Seite 235] ωνος, mit dem Fell eines Hirschkalbes bekleidet, poet. bei Hephaest. 43, Nonn., also für νεβριδοχίτων. Vgl. νεβροστολίζω.
Greek (Liddell-Scott)
νεβροχίτων: [ῐ], ὁ, ἡ, ὁ ἐνδεδυμένος νεβρῖδα, Σιμμίας παρ’ Ἡφαιστ. σ. 43.
Greek Monolingual
νεβροχίτων, -ωνος, ὁ, ἡ (Α)
αυτός που φορεί νεβρίδα, δέρμα νεβρού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νεβρός «ελαφάκι» + χιτών (πρβλ. λινο-χίτων, προβατο-χίτων)].