ἐπιχαριεντίζομαι

From LSJ
Revision as of 15:35, 2 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")

οἱ τὴν ἄνισον πολιτείαν πολιτευόμενοι → those living in an oligarchy or a tyranny

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπιχαριεντίζομαι Medium diacritics: ἐπιχαριεντίζομαι Low diacritics: επιχαριεντίζομαι Capitals: ΕΠΙΧΑΡΙΕΝΤΙΖΟΜΑΙ
Transliteration A: epicharientízomai Transliteration B: epicharientizomai Transliteration C: epicharientizomai Beta Code: e)pixarienti/zomai

English (LSJ)

quote as a good joke, Luc.Symp.12.

German (Pape)

[Seite 1002] dabei scherzen, Luc. Symp. 12.

French (Bailly abrégé)

badiner agréablement.
Étymologie: ἐπί, χαριεντίζομαι.

Greek (Liddell-Scott)

ἐπιχᾰριεντίζομαι: Ἀποθ., ἐπιλέγω τι χαριεντιζόμενος, Λουκ. Συμπ. ἢ Λαπίθ. 12.

Greek Monolingual

ἐπιχαριεντίζομαι (Α)
σημειώνω κάτι ή αναφέρω ως παραπομπή κάτι για αστείο.

Greek Monotonic

ἐπιχᾰριεντίζομαι: αποθ., μνημονεύω κάτι αστειευόμενος, σε Λουκ.

Russian (Dvoretsky)

ἐπιχᾰριεντίζομαι: балагурить, шутить Luc.

Middle Liddell


Dep. to quote as a good joke, Luc.