κενταυρομαχία
From LSJ
ὦ θάνατε παιάν, μή μ᾽ ἀτιμάσῃς μολεῖν· μόνος γὰρ εἶ σὺ τῶν ἀνηκέστων κακῶν ἰατρός, ἄλγος δ᾽ οὐδὲν ἅπτεται νεκροῦ. → O death, the healer, reject me not, but come! For thou alone art the mediciner of ills incurable, and no pain layeth hold on the dead.
English (LSJ)
ἡ, Centauromachy, battle of Centaurs, D.S.17.115, Plu.Thes.29, Comp.Thes.Rom.1.
German (Pape)
[Seite 1417] ἡ, die Kentaurenschlacht, Plut. Thes. 29.
Greek Monolingual
η (Α κενταυρομαχία)
μάχη με τους κενταύρους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κένταυρος + -μαχία (< -μαχος < μάχη), πρβλ. ιππομαχία, ταυρομαχία].
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
κενταυρομαχία -ας, ἡ [κένταυρος, μάχη] strijd van/met de centauren.