πανέστιος

From LSJ
Revision as of 15:06, 8 May 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])\)" to "πρβλ. $2$4)")

Χθὼν πάντα κομίζει καὶ πάλιν κομίζεται → Nam terra donat ac resorbet omnia → Die Erde alles bringt, sich wieder alles nimmt

Menander, Monostichoi, 539
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πᾰνέστιος Medium diacritics: πανέστιος Low diacritics: πανέστιος Capitals: ΠΑΝΕΣΤΙΟΣ
Transliteration A: panéstios Transliteration B: panestios Transliteration C: panestios Beta Code: pane/stios

English (LSJ)

ον, (ἑστία) with all the household, Plu.Sol.24.

German (Pape)

[Seite 459] mit dem ganzen Hause, Hausstande; αετοικιζόμενος Ἀθήναζε, Plut. Sol. 24; Sp.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
avec toute la famille (propr. tout le foyer).
Étymologie: πᾶν, ἑστία.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

πανέστιος -ον [πᾶς, ἑστία] met het hele gezin.

Russian (Dvoretsky)

πᾰνέστιος: со всем домом, со всеми домочадцами (μετοικίζεσθαι Ἀθήναζε Plut.).

Greek (Liddell-Scott)

πᾰνέστιος: -ον, (ἑστία) μετὰ πάσης τῆς οἰκογενείας, Πλουτ. Σόλων 24.

Greek Monolingual

-ον, ΑΜ
αυτός που είναι με όλη την οικογένεια του, με όλο το νοικοκυριό του.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παν- + ἑστία (πρβλ. ομοέστιος)].

Greek Monotonic

πᾰνέστιος: -ον (ἑστία), αυτός που βρίσκεται με ολόκληρη την οικοσκευή, σε Πλούτ.

Middle Liddell

πᾰν-έστιος, ον, ἑστία
with all the household, Plut.