νεκυομαντεῖον
ἢ τοὺς πότους ἐρεῖς δῆλον ὅτι καὶ τὰ δεῖπνα καὶ ἐσθῆτα καὶ ἀφροδίσια, καὶ δέδιας μὴ τούτων ἐνδεὴς γενόμενος ἀπόλωμαι. οὐκ ἐννοεῖς δὲ ὅτι τὸ μὴ διψῆν τοῦ πιεῖν πολὺ κάλλιον καὶ τὸ μὴ πεινῆν τοῦ φαγεῖν καὶ τὸ μὴ ῥιγοῦν τοῦ ἀμπεχόνης εὐπορεῖν; → There you'll go, talking of drinking and dining and dressing up and screwing, worrying I'll be lost without all that. Don't you realize how much better it is to have no thirst, than to drink? to have no hunger, than to eat? to not be cold, than to possess a wardrobe of finery? (Lucian, On Mourning 16)
English (LSJ)
Ion. νεκυομαντήϊον, τό, oracle of the dead, where ghosts were called up, Hdt.5.92. ή, Cic.Tusc.1.16.37, D.S.4.22, Plu.Cim.6, Paus.9.30.6: in plural, PMag.Lond.121.285.
German (Pape)
[Seite 238] τό, = νεκρομαντεῖον; Her. 5, 92, 7, in der ion. Form νεκυομαντήϊον; Plut. Cimon 6 u. a. Sp., vgl. B. A. 414.
French (Bailly abrégé)
ου (τό) :
lieu où l'on évoque les morts.
Étymologie: νέκυς, μαντεία.
Russian (Dvoretsky)
νεκυομαντεῖον: ион. νεκυομαντήϊον τό некромантей, прорицалище мертвых, место, где вызывались и вопрошались души усопших Her., Diod., Plut.
Greek (Liddell-Scott)
νεκυομαντεῖον: Ἰων. -ήιον, τό, μαντεῖον τῶν νεκρῶν, τόπος ἔνθα οἱ νεκροὶ ἀνεβιβάζοντο καὶ ἠρωτῶντο, Ἡρόδ. 5. 92, 7, Διόδ. 4. 22, Πλουτ. Κίμ. 6· ἐφθαρμένως νεκυμάντιον παρὰ Παυσ. 9. 30, 6.
Greek Monolingual
νεκυομαντεῖον, ιων. τ. νεκυομαντήϊον, τὸ (Α)
το νεκρομαντείο, το μαντείο όπου προσκαλούσαν τα πνεύματα τών νεκρών για να μαντεύσουν τα μέλλοντα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νέκυς, -υος «νεκρός» + μαντεῖον.
Greek Monotonic
νεκυομαντεῖον: τό, Ιων. -ήϊον, μαντείο των νεκρών, τόπος όπου τα πνεύματα των νεκρών καλούνταν από τον Κάτω Κόσμο για να προφητεύσουν το μέλλον, σε Ηρόδ.
Middle Liddell
νεκυο-μαντεῖον, Ionic -ήιον, ου, τό,
an oracle of the dead, a place where ghosts were called up and questioned, Hdt.