ὑδροφάντης
ἔστιν οὖν τραγῳδία μίμησις πράξεως σπουδαίας καὶ τελείας μέγεθος ἐχούσης, ἡδυσμένῳ λόγῳ χωρὶς ἑκάστου τῶν εἰδῶν ἐν τοῖς μορίοις, δρώντων καὶ οὐ δι' ἀπαγγελίας, δι' ἐλέου καὶ φόβου περαίνουσα τὴν τῶν τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν → Tragedy is, then, a representation of an action that is heroic and complete and of a certain magnitude—by means of language enriched with all kinds of ornament, each used separately in the different parts of the play: it represents men in action and does not use narrative, and through pity and fear it effects relief to these and similar emotions.
English (LSJ)
ὑδροφάντου, ὁ, water-finder, Olymp. in Mete.99.21:—hence ὑδροφαντική (sc. τέχνη), ἡ, the art of discovering water, Gp.2.6.1; also ὑδροφαντικά, τά, ibid.
German (Pape)
[Seite 1174] ὁ, der verborgenes Wasser entdeckt u. zum Brunnengraben anzeigt (?).
Greek Monolingual
ο / ὑδροφάντης, ΝΑ, και υδρυφάντης Ν
αυτός που ανακαλύπτει τις θέσεις υπόγειων υδάτων, υδροσκόπος
νεοελλ.
(μόνον ο τ. υδροφάντης) ζωολ. γένος μικρών ακάρεων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < υδρ(ο)- + -φάντης (< φαίνω) πρβλ. ιεροφάντης.
Translations
dowser
Catalan: saurí, rabdomàntic, rabdomàntica, rabdomant; Finnish: kaivonkatsoja; French: rhabdomancien, rhabdomancienne, baguettisant, baguettisante, sourcier, sourcière, radiesthésiste; Galician: rabdomante; German: Rutengänger, Rutengängerin, Wünschelrutengänger, Wünschelrutengängerin, Wünschelrutengeher, Wünschelrutengeherin, Rhabdomant, Rhabdomantin; Greek: ραβδοσκόπος; Ancient Greek: ποταμίτης, ὑδρογνώμων, ὑδροφάντης; Ido: hidroskopo; Irish: aimsitheoir uisce, collóir; Italian: rabdomante; Latin: aquilex; Marathi: जलशोधक, पानाडी, पानाड्या; Polish: różdżkarz, różdżkarka, radiesteta, radiestetka; Portuguese: rabdomante, vedor; Spanish: zahorí, rabdomante