τραπεζεύς
καὶ ἤδη γε ἄπειμι παρὰ τὸν ἑταῖρον Κλεινίαν, ὅτι πυνθάνομαι χρόνου ἤδη ἀκάθαρτον εἶναι αὐτῷ τὴν γυναῖκα καὶ ταύτην νοσεῖν, ὅτι μὴ ῥεῖ. ὥστε οὐκέτι οὐδ' ἀναβαίνει αὐτήν, ἀλλ' ἄβατος καὶ ἀνήροτός ἐστιν → and now I depart for my companion, Cleinias since I have learned that for some time now his wife is unclean and she is ill because she does not flow, therefore he no longer sleeps with her but she is unavailable and untilled
English (LSJ)
έως, ὁ,
A at, of a table, in Hom. always κύνες τραπεζῆες dogs fed from their master's table, Il.22.69, 23.173, Od.17.309:—τραπεζῆται in Ibyc.60; cf. τραπεζίτης 111. II parasite, Plu.2.50c; Ἅιδου τ. Aristias Trag.3.
German (Pape)
[Seite 1134] ὁ, am Tische, zum Tische gehörig; κύνες τραπεζῆες, Tisch- od. Haushunde der Reichen, die ins Speisezimmer kommen durften; Il. 22, 69. 23, 173 Od. 17, 309; Aristias bei Ath. XV, 686; τραπεζήεσσι κύνεσσι Opp. Cyn. 1, 473. – Dah. ein Schmarotzer, Plut. ad. et am. discr. 5 u. D. Cass.
Greek (Liddell-Scott)
τρᾰπεζεύς: έως, ὁ, ὁ παρὰ τράπεζαν ἢ ὁ εἰς τράπεζαν ἀνήκων, παρ’ Ὁμ. ἀείποτε, κύνες τραπεζῆες, τρεφόμενοι ἐκ τῆς τραπέζης τοῦ κυρίου αὑτῶν, Ἰλ. Χ. 69. Ψ. 173, Ὀδ. Ρ. 309· - τραπεζῆται παρ’ Ἰβύκ. 40· τραπεζήεντες ἐν Ὀππ. Κυνηγ. 1. 473. ΙΙ. παράσιτος, Πλούτ. 2. 50C· Ἄιδου τρ. Ἀρισκίας παρ’ Ἀθην. 686Α.