κτενίζω
τὸ γὰρ πράττειν τοῦ λέγειν καὶ χειροτονεῖν ὕστερον ὂν τῇ τάξει, πρότερον τῇ δυνάμει καὶ κρεῖττόν ἐστιν (Demosthenes 3.15) → for action, even though posterior in the order of events to speaking and voting, is prior in importance and superior
English (LSJ)
A comb, τινα anaxil.39, cf. PSI4.404.4 (Pass., iii B.C.); curry horses, ψήκτραισιν ἵππων τρίχας E.Hipp.1174: metaph., ὁ δὲ Πλάτων τοὺς ἑαυτοῦ διαλόγους κτενίζων καὶ βοστρυχίζων D.H.Comp. 25:—Med., κτενίζεσθαι τὰς κόμας comb one's hair, Hdt.7.208: so abs., Ar.Fr.603, Antiph.148.4:—Pass., ἐκτενισμένος with one's hair combed, Archil.165, cf. Semon.7.65; εἰ κτενισθείη Hippiatr.94.
German (Pape)
[Seite 1518] kämmen; ψήκτραισιν ἵππων ἐκτενίζομεν κόμας Eur. Hipp. 1174; Anaxil. Poll. 2, 34. – Med. sich kämmen; τὰς κόμας Her. 7, 208; πλοκάμους Asius bei Ath. XII, 525 f; Sp. Auch übertr., καὶ βοστρυχίζω διαλόγους D. Hal. C. V. p. 208.