ἐντιναγμός
Κινδυνεύουσι γὰρ ὅσοι τυγχάνουσιν ὀρθῶς ἁπτόμενοι φιλοσοφίας λεληθέναι τοὺς ἄλλους ὅτι οὐδὲν ἄλλο αὐτοὶ ἐπιτηδεύουσιν ἢ ἀποθνῄσκειν τε καὶ τεθνάναι → Actually, the rest of us probably haven't realized that those who manage to pursue philosophy as it should be pursued are practicing nothing else but dying and being dead (Socrates via Plato, Phaedo 64a.5)
English (LSJ)
ὁ,
A shaking, LXXSi.22.15 (v.l. ἐντίναγμα, as in Sch. Od.17.231).
German (Pape)
[Seite 856] ὁ, das Daraufstoßen, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ἐντῐναγμός: ὁ, τίναγμα, Ἑβδ. (Σειράχ. ΚΒ΄, 13· μετὰ διαφ. γραφ. ἐντίναγμα).
Spanish (DGE)
-οῦ, ὁ
choque, golpe brusco φύλαξαι ἀπ' αὐτοῦ ... οὐ μὴ μολυνθῇς ἐν τῷ ἐντιναγμῷ αὐτοῦ apártate de él (del cerdo) no sea que te manches al chocar con él LXX Si.22.13.
Greek Monolingual
ἐντιναγμός, ο (Α)
1. το τίναγμα
2. ασύνετος λόγος, απερίσκεπτη πράξη.