παραστοχάζομαι

From LSJ
Revision as of 12:04, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (31)

Κάλλιστόν ἐστι κτῆμα παιδεία βροτοῖς → Doctrina hominibus optima est possessio → für Sterbliche ist Bildung das wertvollste Gut

Menander, Monostichoi, 275
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παραστοχάζομαι Medium diacritics: παραστοχάζομαι Low diacritics: παραστοχάζομαι Capitals: ΠΑΡΑΣΤΟΧΑΖΟΜΑΙ
Transliteration A: parastocházomai Transliteration B: parastochazomai Transliteration C: parastochazomai Beta Code: parastoxa/zomai

English (LSJ)

   A aim at, τῆς συντομίας S.E.P.3.222 codd., cf. Herod.Med. ap. Orib.5.30.25 : abs., estimate, Sor.1.20.

German (Pape)

[Seite 500] das Ziel verfehlen, τοῦ σκοποῦ, Sp.; – aber auch wonach hinzielen, τινός, Sext. Emp. pyrrh. 3, 222, l. d.

Greek (Liddell-Scott)

παραστοχάζομαι: ἀποθ., προσπαθῶ νὰ ἐπιτύχω τι, ἀποβλέπω εἰς αὐτὸ, τῆς συντομίας Σέξτ. Ἐμπ. 3. 22. ΙΙ. ἀποτυγχάνω, τοῦ σκοποῦ, τῆς διανοίας Βυζ.

Greek Monolingual

Α
1. (μτβ.) προσπαθώ να επιτύχω κάτι, σκοπεύω, αποβλέπω σε κάτιπαραστοχάζομαι της συντομίας», Σέξτ. Εμπ.)
2. (αμτβ.) τιμώ, υπολογίζω, εκτιμώ
3. βγαίνω έξω από τον στόχο μου, αποτυγχάνω.