παρεκβολή

From LSJ
Revision as of 12:14, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (31)

κινδυνεύει μὲν γὰρ ἡμῶν οὐδέτερος οὐδὲν καλὸν κἀγαθὸν εἰδέναι, ἀλλ᾽ οὗτος μὲν οἴεταί τι εἰδέναι οὐκ εἰδώς, ἐγὼ δέ, ὥσπερ οὖν οὐκ οἶδα, οὐδὲ οἴομαι· ἔοικα γοῦν τούτου γε σμικρῷ τινι αὐτῷ τούτῳ σοφώτερος εἶναι, ὅτι ἃ μὴ οἶδα οὐδὲ οἴομαι εἰδέναι. → for neither of us appears to know anything great and good; but he fancies he knows something, although he knows nothing; whereas I, as I do not know anything, so I do not fancy I do. In this trifling particular, then, I appear to be wiser than he, because I do not fancy I know what I do not know.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παρεκβολή Medium diacritics: παρεκβολή Low diacritics: παρεκβολή Capitals: ΠΑΡΕΚΒΟΛΗ
Transliteration A: parekbolḗ Transliteration B: parekbolē Transliteration C: parekvoli Beta Code: parekbolh/

English (LSJ)

ἡ,

   A digression, lamb.Bab.8.    II compilation of a set of critical remarks, as those of Eust. on Homer, Pindar, and Dionysius Periegeta, cf. eund. ad D.P.426; παρεκβολαὶ διαφόρων γραμματικῶν, title of Sch.D.T. in Cod.BMus.Add.5118.

German (Pape)

[Seite 513] ἡ, Auswahl und Zusammenstellung der Anmerkungen Anderer über einen Schriftsteller, Sp., wie Eust. seinen Commentar zu Homer nennt.

Greek (Liddell-Scott)

παρεκβολή: ἡ, συλλογὴ κριτικῶν σημειώσεων, οἷαι αἱ τοῦ Εὐσταθίου παρεκβολαὶ εἰς Ὅμηρον, - ἐπιτομή, Μαρκελλῖνος ἐν βίῳ Θουκ.: - ἐντεῦθεν παρεκβολικός, ή, όν, ὁ ἀνήκων εἰς παρεκβολὴν ἢ ὅμοιος πρὸς αὐτήν, Εὐστ. Πονημάτ. 60. 87.

Greek Monolingual

ἡ, ΜΑ παρεκβάλλω
1. παρέκβαση, απομάκρυνση, παρέκκλιση
2. συμπίληση, συλλογή κριτικών σημειώσεων, επιτομή («Εὐσταθίου παρεκβολαὶ εἰς Ὅμηρον»).