ἀπάντημα

From LSJ
Revision as of 16:15, 9 January 2019 by Spiros (talk | contribs) (1a)

Έγ', ὦ ταλαίπωρ', αὐτὸς ὧν χρείᾳ πάρει. Τὰ πολλὰ γάρ τοι ῥήματ' ἢ τέρψαντά τι, ἢ δυσχεράναντ', ἢ κατοικτίσαντά πως, παρέσχε φωνὴν τοῖς ἀφωνήτοις τινά –> Wretched brother, tell him what you need. A multitude of words can be pleasurable, burdensome, or they can arouse pity somehow — they give a kind of voice to the voiceless.

Sophocles, Oedipus at Colonus, 1280-4
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπάντημα Medium diacritics: ἀπάντημα Low diacritics: απάντημα Capitals: ΑΠΑΝΤΗΜΑ
Transliteration A: apántēma Transliteration B: apantēma Transliteration C: apantima Beta Code: a)pa/nthma

English (LSJ)

ατος, τό, (ἀπαντάω)

   A meeting, E.Or.514.    II chance, LXXEc.9.11.

German (Pape)

[Seite 278] τό, Begegnung, Eur. Or. 508.

Greek (Liddell-Scott)

ἀπάντημα: -ατος, τό, (ἀπαντάω) συνάντημα, οὐδ’ εἰς ἀπάντημ’, ὅστις αἷμ’ ἔχων κυρεῖ Εὐρ. Ὀρ. 514.

French (Bailly abrégé)

ατος (τό) :
rencontre.
Étymologie: ἀπαντάω.

Spanish (DGE)

-ματος, τό
1 encuentro περᾶν ... εἰς ἀπάντημ' E.Or.514.
2 ocasión καιρὸς καὶ ἀ. LXX Ec.9.11.

Greek Monolingual

το (Α ἀπάντημα)
συνάντηση
αρχ.
τύχη, σύμπτωση.

Greek Monotonic

ἀπάντημα: -ατος, τό (ἀπαντάω), συνάντηση, συναπάντημα, σε Ευρ.

Russian (Dvoretsky)

ἀπάντημα: ατος τό встреча Eur.

Middle Liddell

ἀπαντάω
a meeting, Eur.