μισθοπιπράσκω

From LSJ
Revision as of 17:30, 30 June 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")

νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖινgodly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μισθοπιπράσκω Medium diacritics: μισθοπιπράσκω Low diacritics: μισθοπιπράσκω Capitals: ΜΙΣΘΟΠΙΠΡΑΣΚΩ
Transliteration A: misthopipráskō Transliteration B: misthopipraskō Transliteration C: misthopiprasko Beta Code: misqopipra/skw

English (LSJ)

   A sell under long lease, pf. inf. μεμισθοπεπρακέναι POxy.2136.4,14 (iii A. D.).

Greek Monolingual

μισθοπιπράσκω (Α)
πουλώ με δόσεις που καταβάλλονται με τη μορφή μισθώματος, εκμισθώνω για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα ώστε η εκμίσθωση να ισοδυναμεί με πώληση με δόσεις.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μισθός + πιπράσκω «πουλώ»].