συνεκφορά

From LSJ
Revision as of 07:50, 12 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

Ἀναξαγόρας δύο ἔλεγε διδασκαλίας εἶναι θανάτου, τόν τε πρὸ τοῦ γενέσθαι χρόνον καὶ τὸν ὕπνονAnaxagoras used to say that we have two teachers for death: the time before we were born and sleep | Anaxagoras said that there are two rehearsals for death: the time before being born and sleep

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνεκφορά Medium diacritics: συνεκφορά Low diacritics: συνεκφορά Capitals: ΣΥΝΕΚΦΟΡΑ
Transliteration A: synekphorá Transliteration B: synekphora Transliteration C: synekfora Beta Code: sunekfora/

English (LSJ)

ἡ,    A public funeral, Aen.Tact.17.1.    II uttering together, D.H.Comp.22.

German (Pape)

[Seite 1013] ἡ, das gemeinschaftliche Heraustragen, bes. – a) gemeinschaftliches Begraben. – b) das Zusammenaussprechen, Gramm.

Greek (Liddell-Scott)

συνεκφορά: ἡ, τὸ ἐκφέρειν ὁμοῦ εἰς ταφήν, τὸ συνοδεύειν κηδείαν, Αἰν. Τακτ. 17. ΙΙ. τὸ ἐκφέρειν ἢ προσφέρειν ὁμοῦ, Διον. Ἁλ. π. Συνθ. 14, σ. 166.

Greek Monolingual

η, ΝΑ συνεκφέρω
η συμπροφορά του τελικού και του αρχικού φθόγγου δύο διαδοχικών λέξεων κατά τρόπο που να καταργείται το κενό το οποίο θα έπρεπε φυσιολογικά να υπάρχει μεταξύ τους π.χ. τον ήλιο: ο νήλιος («οὐ προτάττεται τὸ σ τοῡ ξ κατὰ συνεκφορὰν τὴν ἐν μιᾷ συλλαβῇ γινομένην», Διον. Αλ.)
αρχ.
κοινός ενταφιασμός («περὶ τὰς... συνεκφορὰς τῶν τελευτησάντων», Αιν.).

Greek Monolingual

η, ΝΑ συνεκφέρω
η συμπροφορά του τελικού και του αρχικού φθόγγου δύο διαδοχικών λέξεων κατά τρόπο που να καταργείται το κενό το οποίο θα έπρεπε φυσιολογικά να υπάρχει μεταξύ τους π.χ. τον ήλιο: ο νήλιος («οὐ προτάττεται τὸ σ τοῡ ξ κατὰ συνεκφορὰν τὴν ἐν μιᾷ συλλαβῇ γινομένην», Διον. Αλ.)
αρχ.
κοινός ενταφιασμός («περὶ τὰς... συνεκφορὰς τῶν τελευτησάντων», Αιν.).