τετρώρυγος

From LSJ
Revision as of 09:00, 12 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

ἀμήχανον δὲ παντὸς ἀνδρὸς ἐκμαθεῖν ψυχήν τε καὶ φρόνημα καὶ γνώμην, πρὶν ἂν ἀρχαῖς τε καὶ νόμοισιν ἐντριβὴς φανῇ → hard it is to learn the mind of any mortal or the heart, 'till he be tried in chief authority | it is impossible to know fully any man's character, will, or judgment, until he has been proved by the test of rule and law-giving

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τετρώρῠγος Medium diacritics: τετρώρυγος Low diacritics: τετρώρυγος Capitals: ΤΕΤΡΩΡΥΓΟΣ
Transliteration A: tetrṓrygos Transliteration B: tetrōrygos Transliteration C: tetrorygos Beta Code: tetrw/rugos

English (LSJ)

ον,    A = τετρόργυιος, X.Cyn.2.5; cf. δι-, δεκ-ώρυγος.

Greek (Liddell-Scott)

τετρώρυγος: -ον, = τετρώργυιος, Ξεν. Κυν. 2, 5, πρβλ. δι-, δεκώρυγος.

Greek Monolingual

-ον, Α
τετρόργυιος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + -ώρυγος, σπάνια μορφή με την οποία απαντά ως β' συνθετικό η λ. ὀργυιά (πρβλ. πεντ-ώρυγος)].

Greek Monotonic

τετρώρῠγος: -ον, = τετρόργυιος, σε Ξεν.

Middle Liddell

τετρ-ώρυγος, ον, = τετρόργυιος, Xen.]