μνααῖος
καλῶς γέ μου τὸν υἱὸν ὦ Στιλβωνίδη εὑρὼν ἀπιόντ' ἀπὸ γυμνασίου λελουμένον οὐκ ἔκυσας, οὐ προσεῖπας, οὐ προσηγάγου, οὐκ ὠρχιπέδισας, ὢν ἐμοὶ πατρικὸς φίλος → Ah! Is this well done, Stilbonides? You met my son coming from the bath after the gymnasium and you neither spoke to him, nor kissed him, nor took him with you, nor ever once felt his balls. Would anyone call you an old friend of mine?
English (LSJ)
α, ον, A of the weight of a mina (μνᾶ), λίθοι X.Eq.4.4, Eq.Mag.1.16, v.l. in D.S.19.109; on which a mina is staked, τρῆμα Amips.20:— also μναϊαῖος, α, ον, Arist.Cael.311b4, Ph.Bel.69.12,al., Plb.13.2.3, D.S. l.c.: written μναγιαῖος, PLond.ined.2199 (iv A. D.); μναϊαῖον, τό, = μνᾶ, POxy.265.18 (i A. D.); μ. [δίκαι suits where a mina is at stake, IG9(1).333.12 (Locr.):—also μναϊεῖον, τό, gold coin worth a mina of silver, PCair.Zen.22.1,13 (iii B. C.), PLille15.1 (iii B. C.), UPZ 121.10 (ii B. C.): written μιτρ-ϊῆον, BGU1532 (Ptol.), POxy.259.17 (i A. D.): for μναῖαι (folld. by αἱ) and μναίας, Arist.HA547a9, Gal.6.605, μναϊαῖαι, μναϊαίας shd. perh. be read.
German (Pape)
[Seite 193] = μναϊαῖος; Xen. re equ. 4, 4, vom Gewicht; Amips. bei Poll. 9, 96; D. Sic. 19, 45.
Greek (Liddell-Scott)
μνᾱαῖος: -α, -ον, ἔχων τὸ βάρος μιᾶς μνᾶς, λίθοι Ξεν. Ἱππ. 4, 4, Ἱππαρχ. 1, 16, Διόδ. 19. 109, κτλ· ἐπὶ κυβείας, ἐν ᾗ διακυβεύεται μία μνᾶ, τρῆμα μνααῖον Ἀμειψίας ἐν «Σφενδόνῃ» 5· - ὡσαύτως μνᾱϊαῖος, α, ον, Ἀριστ. π. Οὐρ. 4. 4, 4, - ἐσχηματισμένον ὡς τὸ ταλαντιαῖος, κτλ., πρβλ. Λοβ. Φρύνιχ. 552· - καὶ μναῖος ἢ μνάϊος, α, ον, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 5. 15. 6.
French (Bailly abrégé)
α, ον :
1 qui pèse une mine;
2 qui vaut une mine.
Étymologie: μνᾶ.
Greek Monolingual
μνααῖος και μναῖος και μνάϊος -α, -ον (Α)
αυτός που έχει βάρος το οποίο ισοδυναμεί με μία μνα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μνᾶ + κατάλ. -αῖος (πρβλ. δοχ-αίος). Ο τ. μναῖος / μνάϊος < μνᾶ + κατάλ. -ιος].
Greek Monotonic
μνᾱαῖος: -α, -ον, αυτός που ζυγίζει μία μνᾶ, σε Ξεν.
Russian (Dvoretsky)
μνᾱαῖος: весом в мину (λίθοι Xen.).
Middle Liddell
μνᾱαῖος, η, ον [from μνᾶ]
of the weight of a μνᾶ, Xen., etc.