ἔφεκτος

From LSJ
Revision as of 09:53, 23 November 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - " 1/6 " to " ⅙ ")

Μοχθεῖν ἀνάγκη τοὺς θέλοντας εὐτυχεῖν → Laboret is, beatam qui vitam cupit → Sich abarbeiten muss, wer glücklich leben will

Menander, Monostichoi, 338
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἔφεκτος Medium diacritics: ἔφεκτος Low diacritics: έφεκτος Capitals: ΕΦΕΚΤΟΣ
Transliteration A: éphektos Transliteration B: ephektos Transliteration C: efektos Beta Code: e)/fektos

English (LSJ)

ον, A containing 1 + ⅙, Vitr.3.1.6; τόκος ἔφεκτος = when ⅙ of the principal was paid as interest, = 16 2/3 %, D.34.23: ἔφεκτον, τό, charge of ⅙ on payments for grain-transport, PLond.ined.2093 (iii B.C.).

German (Pape)

[Seite 1114] ein Ganzes u. ein Sechstel enthaltend (7/6), τόκος ἔφεκτος, das Kapital u. der sechste Theil dazu, Dem. 34, 24; Harpocr. ὁ ἐπὶ τῷ ἕκτῳ τοῦ κεφαλαίου (162/3 Procent).

Greek (Liddell-Scott)

ἔφεκτος: -ον, περιέχων 1+1/6, Βιτρούβ. 3. 1, 12· τόκος ἔφ., ὅτε ἀπετίνετο ὡς τόκος τὸ ἕκτον τοῦ κεφαλαίου, = 162/3 ἐπὶ τοῖς ἑκατόν, (πρβλ. ἐπωβελία), Δημ. 944. 10: πρβλ. ἐπίτριτος.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
qui contient un entier et un sixième ; τόκος ἔφεκτος intérêts à un sixième du capital.
Étymologie: ἐπί, ἕκτος.

Greek Monotonic

ἔφεκτος: -ον, αυτός που περιέχει 1+⅙ του συνόλου· τόκος ἔφ., όταν το ⅙ του κεφαλαίου πληρώνεται ως τόκος, = 16 2/3 επί τοις εκατό, σε Δημ.

Russian (Dvoretsky)

ἔφεκτος: содержащий 1+⅙: τόκος ἔ. Dem. прирост в размере ⅙ капитала, т. е. 16 + 2/3%.

Middle Liddell

ἔφ-εκτος, ον
containing 1+⅙: τόκος ἔφ. when ⅙ of the principal was paid as interest, = 16 2/3 p. cent., Dem.