ἑκκαίδεκα
Γυνὴ γὰρ οἴκῳ πῆμα καὶ σωτηρία → Mulier familiae pestis est, mulier salus → Bane and salvation to a house is woman → Die Frau ist nämlich Leid und Rettung für das Haus
English (LSJ)
οἱ, αἱ, τά, indecl., A sixteen, Hdt.2.13, etc.
German (Pape)
[Seite 761] indecl., sechszehn, Plat. u. Folgde; für eine unbestimmte Menge, Luc. D. D. 1.
Greek (Liddell-Scott)
ἑκκαίδεκα: οἱ, αἱ, τά, ἄκλ. = δεκαέξ, Λατ. sedecim, Ἡρόδ. 2. 13, κτλ.
French (Bailly abrégé)
indécl.
seize.
Étymologie: ἕξ, καί, δέκα.
English (Slater)
ἑκκαίδεκα
1 sixteen ἐκ δὲ περικτιόνων ἑκκαίδεκ' Ἀρισταγόραν ἀγλααὶ νῖκαι ἐστεφάνωσαν (join with νῖκαι; Σ contra, ἀνταγωνιστῶν δεκαὲξ ὄντων) (N. 11.19)
Spanish (DGE)
• Alolema(s): Ϝεκαίδεκα SEG 38.1014.8 (Tarento VI a.C.); ἑξκαίδεκα Plu.2.367e
numeral indecl. dieciséis σιδάρια Ϝεκαίδεκα dieciséis objetos de hierro, SEG l.c., νῖκαι Pi.N.11.19, πήχεις Hdt.2.13, cf. Hp.Acut.(Sp.) 8, Plb.18.29.2, στάδιοι Plb.3.101.4, ἄρτοι Ar.Ra.551, μναῖ Pl.Ep.361b, Lys.19.25, πέντε ἢ ἑ. ἔτη quince o dieciséis años X.Cyr.1.4.16, Arist.HA 563a3, D.38.12, Philostr.VA 2.31, ἁμίδες Men.Fr.252, ἐλέφαντες Plb.5.86.6, ψυχαὶ ἀνθρώπων ἑ. χιλιάδες LXX Nu.31.40, ἑ. τε μόλις ἡμέρας Iust.Nou.158 proem.
•subst. número dieciséis τεττάρων γὰρ τετράκις ἐστὶν ἑ. cuatro por cuatro son dieciséis como abstracción en mat., Pl.Men.83c, ποιῆσαι τὸ βάθος αὐτῆς (τῆς φάλαγγος) ... εἰς ἑ. disponer la falange de dieciséis en fondo Plb.12.19.6, cf. 7, 9, 18.30.1.
Greek Monolingual
ἑκκαίδεκα, οι, αι, τα (AM)
δεκαέξι.
Greek Monotonic
ἑκκαίδεκα: άκλιτο, δεκαέξι, Λατ. sedecim, σε Ηρόδ. κ.λπ.
Russian (Dvoretsky)
ἑκκαίδεκα: οἱ, αἱ, τά indecl. шестнадцать Her. etc.