ρυμουλκώ
λύπης ἰατρός ἐστιν ἀνθρώποις λόγος → for men reason cures grief, for men reason is a healer of grief, a physician for grief is to people a word, pain's healer is a word to man, logos is a healer of man's anguish, talking through one's grief is therapeutic
Greek Monolingual
ῥυμουλκῶ, -έω, ΝΑ, και ρεμουλκώ Ν
έλκω, τραβώ πλωτό ή τροχοφόρο όχημα που είναι δεμένο πίσω μου («τῶν μὲν ρυμουλκούντων τὰς ἱππηγοὺς ναῡς», Πολ.)
νεοελλ.
1. μτφ. (σχετικά με πρόσ.) μπορώ και κατευθύνω κάποιον όπως θέλω εγώ, τον χρησιμοποιώ κατά τη βούλησή μου, άγω και φέρω κάποιον.
[ΕΤΥΜΟΛ. Το ρ. ῥυμουλκῶ σχηματίστηκε μέσω ενός αμάρτυρου, στην Αρχαία, τ. ῥυμουλκός < ῥῦμα «σκοινί, τόξο» + -ουλκός (< ὁλκός ή ὁλκή < ἕλκω), πρβλ. ἐμβρυουλκός: ἐμβρυ-ουλκῶ. Ο νεοελλην. τ. ρεμουλκώ έχει σχηματιστεί κατ' επίδραση του λατ. remulco, που η Λατινική δανείστηκε από την Ελληνική].